Vekrakos
Spartorama | «Ιούλιος Μήνας του ΄63 - Μνήμες Θανάτου», από τον Γεώργιο Κόρδη

«Ιούλιος Μήνας του ΄63 - Μνήμες Θανάτου», από τον Γεώργιο Κόρδη

Γεώργιος Κόρδης 09/01/2018 Εκτύπωση Άρθρα
«Ιούλιος Μήνας του ΄63 - Μνήμες Θανάτου», από τον Γεώργιο Κόρδη
«Να τρεκλίζει τον θυμάμαι, να χορεύει το θάνατο, να μακραίνει το πανηγύρι της ζωής, να χάνεται στο σκοτάδι σαν Ιούδας ή σαν Πέτρος μετανοιωμένος»
Οδός Εμπόρων

Στο πανηγύρι της Aγίας Παρασκευής αποβραδίς, παραμονής της γιορτής. Τον θυμάμαι να τρεκλίζει πάνω στο χορό, να σπάζει, να γέρνει, να κουβαλά βάρος βαρύ, να αφήνεται, να πέφτει, να σηκώνεται να παλεύει να τελειώσει το τραγούδι χορεύοντας.. Κλαίει. Η καρδιά του, οι κινήσεις των χεριών του ικεσία απελπιστική, τραγική που σημαδεύει στον άδειο του ουρανό. Γέρνει και πάλι. Τα στήθια του πλαντάζουν, ανοίγουν κι αφήνουν φωνή. Ακατανόητη σπαρακτική. Κομματιάζει τη νύχτα, μαχαιρώνει το πανηγύρι... Ο κόσμος κοιτάζει απορώντας. Κάτι ψιθυρίζουν όσοι ξέρουν. Προσπερνούν. Κι εκείνος ένας αιώνας που αγωνιά να τελειώσει.. Τόχει αποφασίσει. Τον πνίγει ο πόντος πόνος που κουβαλά. Θάλασσα το παράπονο. Δε βαστά. Σωριάζεται. Τρεκλίζοντας φεύγει μες τη νύχτα.. μακραίνει απ τα όργανα. Ιούλιος του 1963. Στα 7 μου χρόνια τον είδα. Μικροκαμωμένος. Νικολάκη τον εφώναζαν. Να τρεκλίζει τον θυμάμαι, να χορεύει το θάνατο, να μακραίνει το πανηγύρι της ζωής, να χάνεσαι στο σκοτάδι σαν Ιούδας ή σαν Πέτρος μετανοιωμένος. Πήρε το τρακτέρ. Το μυαλό του θολωμένο απ’ την πίκρα. Το μυαλό του αλλού. Στο όνειρο που δεν θα γίνει, στη φυγή του που δεν θάρθει. Στον πατέρα που του αρνείται.. Ντελαπάρησε. Σκοτώθηκε είπαν. Δεν το σχολίασαν άλλο. Κανείς δε μιλά πολύ για όσους τολμούν να παλέψουν στα σοβαρά με τον πόνο τους, να μετρηθούν με τον καημό τους, να χαθούν για το όνειρό τους... Δεν τον ξέχασα ποτέ. Μ ένα τρόπο μυστικό κι ανεξήγητο κουβαλώ μέσα μου πάντα την σπασμένη του κίνηση το τρεμάμενο κορμί του κάτω απ’ τον Πλάτανο στο καφενείο του Λευτεριά. Κουβαλώ μέσα μου το μάταιο κι  αναίτιο θάνατό του... και πάντα απορώ με τη ματαιότητα των ανθρωπίνων τρεπτών πραγμάτων που τόσο ανεξήγητα  μπορούν και αλλάζουν, που τόσο εύκολα μπορούν να σβήνουν... 

Έφυγε χορεύοντας .... «Δεν έχω Παλάτια και λεφτά» με τη φωνή του Βαγγέλη του Περπινιάδη. Έφυγε γιατί ο πατέρας του δεν τούδωσε λίγα λεφτά να συναντήσει το ταπεινό του όνειρο. Ήθελε λέει να πάει να δουλέψει στη ΜΟΜΑ. Τόσο απλά. Τόσα ταπεινά όνειρα..... τόσο μάταια...


Οδός Εμπόρων