Vekrakos
Spartorama | «Εκκλησία και Κυβερνητική Αυστηρότητα Ενόψει του Πάσχα», από τον Ιωάννη Μητράκο

«Εκκλησία και Κυβερνητική Αυστηρότητα Ενόψει του Πάσχα», από τον Ιωάννη Μητράκο

Γιάννης Μητράκος 13/04/2020 Εκτύπωση Άρθρα Δημοτικά Εκκλησία Κοινωνία
«Εκκλησία και Κυβερνητική Αυστηρότητα Ενόψει του Πάσχα», από τον Ιωάννη Μητράκο
«...μήπως η Κυβέρνηση και οι εντεταλμένοι λειτουργοί της έχουν υπερβεί τα όρια της αυστηρότητας έναντι της Εκκλησίας μας και πρέπει άμεσα να αναθεωρήσουν τη στάση τους;»
Οδός Εμπόρων

Η παροιμία λέει: «Θέλει ο  άγιος ν’ αγιάσει κι ο διάβολος δεν τον αφήνει». Έτσι και στην περίπτωσή μας. Με αφορμή την πανδημία του κορωνοϊού διατυπώσαμε τις απόψεις μας με μια σειρά άρθρων (Η ώρα της δικαίωσης για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, Ένας ακατανόητος αντι-κορωναϊκός θρησκευτικός ζηλωτισμός, Δημοκρατία και Δικαιώματα στον καιρό της πανδημίας) και πρόθεσή μας ήταν να μην επανέλθουμε  σεβόμενοι και το γεγονός ότι διανύουμε πλέον την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου και πορευόμαστε προς τη λαμπροφόρο Ανάσταση και το Πάσχα με πρωτοφανείς και ιδιόμορφες συνθήκες, οι οποίες θα μείνουν ανεξίτηλα σημαδεμένες στην ψυχή μας. Πλην, όμως, « άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων άλλα δε θεός κελεύει».  Κι αυτό γιατί μια σειρά από περιστατικά της επικαιρότητας, που αφορούν την Ορθόδοξη Εκκλησία μας και τον εορτασμό του Πάσχα, μας δημιούργησαν εύλογο προβληματισμό.

Θα ξεκινήσουμε την ανάπτυξη του σημερινού άρθρου μας με μερικές παραδοχές, όπως αυτές προκύπτουν από τις επώνυμες και δημόσιες ανακοινώσεις Ελλήνων και ξένων επιστημόνων:

  1. Ο νέος κορωνοϊός ήλθε για να μείνει. Μετά το τέλος της πανδημίας ο νέος κορωνοϊός δεν θα εξαφανιστεί οριστικά, αλλά θα προστεθεί στους υπάρχοντες έξι.
  2. Η θνησιμότητα η οφειλόμενη στον  covid-19 είναι όντως αρκετά κατώτερη από αυτή της γρίπης καi των άλλων πνευμονιών και μελλοντικά  η ασθένεια θα γίνει λιγότερο επικίνδυνη, όταν η ανθρωπότητα θα έχει αναπτύξει συλλογική ανοσία.
  3. Το φθινόπωρο αναμένεται ένα δεύτερο κύμα της λοίμωξης.
  4. Τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν ήταν μεν αναγκαία για να αποφευχθεί η επιθετική εξάπλωση της πανδημίας, η οποία θα εξουδετέρωνε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, αλλά δεν αντιμετωπίζουν ουσιαστικά το πρόβλημα, απλώς το μεταθέτουν στο προσεχές μέλλον με την ελπίδα ότι η επιστημονική κοινότητα θα έχει βρει ως τότε τα αποτελεσματικά φάρμακα κι εμβόλια. 

Με βάση όλα αυτά ερχόμαστε τώρα στην ιδιαίτερη αυστηρότητα που επιδεικνύει η Κυβέρνηση απέναντι στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία καλείται για πρώτη φορά στην ιστορία της να εορτάσει τη μεγάλη εορτή του Πάσχα, χωρίς τη συμμετοχή των πιστών στις ιερές ακολουθίες και μετάδοση του Αγίου Φωτός. Όλα θα ήταν δεκτά και δικαιολογημένα εάν η ίδια αυστηρότητα υπήρχε λ.χ. στη λειτουργία των Υπεραγορών, των λαϊκών αγορών , των φούρνων, των ιχθυοπωλείων, των τραπεζών κ. α., όπου παρά τα μέτρα που έχουν συστηθεί υπάρχουν ουκ ολίγες καταστρατηγήσεις και παραβιάσεις. Επιπλέον οι ίδιοι οι αρμόδιοι δεν είναι λίγες οι φορές  που παραβίασαν και παραβιάζουν τα μέτρα που εισηγήθηκαν και ζητούν την αυστηρή τους εφαρμογή (συσκέψεις χωρίς τήρηση αποστάσεων, μετακινήσεις με αυτοκίνητα πέραν των δύο ατόμων, επαφές με κοινωνικές ομάδες δίχως ατομικά προστατευτικά μέτρα κλπ).

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας μας, δυστυχώς, στάθηκε κατώτερη των περιστάσεων σε σχέση με την πανδημία. Αντί να μελετήσει και να αξιολογήσει με τη βοήθεια ειδικών επιστημόνων το πρόβλημα αυτό και να καταλήξει σε μία συγκροτημένη πρόταση ανοιχτών ναών με τη λήψη αυστηρών προληπτικών μέτρων (θερμομέτρηση στην είσοδο του ναού, ικανή απόσταση των συμμετεχόντων στις ιερές ακολουθίες, χρήση μέτρων ατομικής προστασίας από όλους τους συμμετέχοντες, υπαίθρια, και σε ανοικτούς χώρους τέλεση των ιερών ακολουθιών κλπ), άφησε σε πρώτη φάση να αναπτυχθεί ένα στείρο και άγονο ζηλωτικό μέτωπο ελαχίστων Μητροπολιτών, ιερέων, μοναχών και λαϊκών, το οποίο έδωσε την ευκαιρία στην Κυβέρνηση να επιβάλλει ένα δικό της απαγορευτικό πρόγραμμα της λειτουργίας των ναών «κεκλεισμένων των θυρών», παραβλέποντας ότι επίκειται το Πάσχα που είναι στενότατα συνδεδεμένο με μια σειρά κορυφαίων λατρευτικών εκδηλώσεων (βαϊοφόρος, ιερό ευχέλαιο, 12 Ευαγγέλια, Αποκαθήλωση, Επιτάφιος, Ανάσταση, Κυριακή του Πάσχα, Αγάπη).

Οι ιερείς μας σ΄ αυτές τις συνθήκες έχουν περιέλθει σε πολύ δύσκολη θέση και είναι αμήχανοι όσον αφορά το πρακτέο, αφού μέσα τους συγκρούεται το εκκλησιαστικό τους καθήκον με την απειλή κυρώσεων από την πλευρά της Κυβέρνησης. Την Κυριακή των Βαΐων π.χ. μερικοί ιερείς έβγαλαν, δειλά, ένα καλάθι με βάγια για να πάρουν οι διερχόμενοι πιστοί, διακινδυνεύοντας τη δίωξή τους. Και κάποιοι, απ’ το παραπόρτι του ιερού, δέχτηκαν να κοινωνήσουν των αχράντων μυστηρίων ελάχιστους ενορίτες τους μετρημένους στα δάχτυλα, λησμονώντας ότι ζούμε πλέον σε μια επικίνδυνη εποχή κατά την οποία η πανδημία προσφέρει ένα αντιδημοκρατικό πλαίσιο για την διαμόρφωση ενός αυταρχικού κράτους και μιας υποβλεπόμενης κοινωνίας. Γι’ αυτό και κάποιοι πρόθυμοι γείτονες έσπευσαν να καταγράψουν με τα κινητά τους το μέγα έγκλημα του ιερέα στο Κουκάκι και να το κοινοποιήσουν στα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα με αποτέλεσμα να απειλείται ο αγαθός λευίτης με δικαστικές ποινικές επιπτώσεις.

Η Κυβέρνηση οφείλει άμεσα να πάρει θέση για την «επικινδυνότητα» ή μη της Θείας Κοινωνίας   και να δηλώσει δημόσια αν είναι απαγορευμένη ή όχι. Μόνο που πρέπει να ξέρει ότι παίρνοντας απαγορευτική θέση στο ζήτημα αυτό  αμφισβητεί και υποσκάπτει τα θεμέλια του Ορθόδοξου Χριστιανισμού κι επεμβαίνει σε ένα θεολογικό και εκκλησιαστικό θέμα που υπερβαίνει τις αρμοδιότητές της. Μπορεί για έναν άθεο, έναν αγνωστικιστή, έναν υλιστή όλα αυτά να είναι άνευ σημασίας ή και αντικείμενο χλευασμού και λοιδωρίας, αλλά για το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας μας είναι ανάγκη, προϋπόθεση και όρος ζωής. Αλήθεια, εάν ένας σοβαρά άρρωστος ή ένας μελλοθάνατος χριστιανός ζητήσει να κοινωνήσει ποιος και γιατί θα του το απαγορέψει; Και πώς δύναται σε μια τέτοια περίπτωση ο ιερέας να παραβεί το αποστολικό «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πράξ. 5, 29);

Η Ιεραρχία προσπάθησε να διορθώσει το αρχικό της λάθος με ένα δεύτερο, όταν αποφάσισε ερήμην της Κυβερνήσεως, να μείνουν  ανοιχτοί οι ναοί για τους πιστούς στα πλαίσια της ατομικής προσευχής   από 11:00. έως 13:00 από τη Μεγάλη Δευτέρα έως και τη Μεγάλη Πέμπτη και από τη μία έως τις πέντε το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής. Μετά, όμως,  από την έντονη κυβερνητική παρέμβαση η Ιερά Σύνοδος πήρε πίσω αυτή τη διορθωτική της παρέμβαση, διευκρινίζοντας ότι οι ναοί θα είναι ανοιχτοί μόνο για τους ιερείς και το διοικητικό τους προσωπικό!!!

Η μονόπλευρη αυστηρότητα της Κυβέρνησης, όπως εκδηλώνεται με τις δημόσιες απειλές των αρμοδίων,  γίνεται αρκούντως ενοχλητική και προκλητική όταν είναι γνωστό πως είχαν αφεθεί ανενόχλητες έως τώρα χωρίς τα αναγκαία προληπτικά προστατευτικά μέτρα ευπαθείς κοινωνικές ομάδες όπως είναι  οι Ρομά, οι πρόσφυγες και οικονομικοί μετανάστες, οι άστεγοι και οι τοξικομανείς.

Σε άλλες ομόδοξες Εκκλησίες το οικείο κράτος έχει κρατήσει μια πιο ανεκτική στάση επιτρέποντας εν πολλοίς την καθημερινή λειτουργία των ναών με τέλεση ακολουθιών και μυστηρίων και με χαρακτηριστική «χαλαρότητα» ενόψει του Πάσχα. Η αλήθεια, βεβαίως. είναι πως οι Εκκλησίες αυτές έσπευσαν μόνες τους, μετά την εκδήλωση της πανδημίας, να λάβουν τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα.    

Το Πατριαρχείο της Μόσχας στα τέλη Μαρτίου ανακοίνωσε μέτρα τα οποία μεταξύ άλλων  προέβλεπαν: την απολύμανση των διαφόρων εκκλησιαστικών σκευών που χρησιμοποιούνται από τους κληρικούς, την τήρηση των κανόνων καθαριότητας στους χώρους των ναών, την απολύμανση των χεριών, τη θερμομέτρηση των κληρικών και των άλλων ατόμων που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην εκκλησία, την απαγόρευση του ασπασμού του σταυρού και των εικόνων, τη χρήση κουταλιού μιας χρήσεως στη Μετάληψη, τη διανομή αντίδωρου με γάντια μιας χρήσεως, την αποφυγή χειροφιλήματος, τον καθημερινό επαρκή εξαερισμό των ναών, την καθημερινή τακτή απολύμανση των χώρων και των επίπλων, την αυστηρή τήρηση κανόνων ατομικής υγιεινής από τους ιερείς και  τους μοναχούς. 

Για τα μέτρα που έλαβε  η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία μεσούσης της πανδημίας, τη συνεργασία με την κυβέρνηση, αλλά και τον εορτασμό του Πάσχα, μίλησε στο Πρακτορείο RIA Novosti, ο επικεφαλής του Συνοδικού Τμήματος για τη σχέση της Εκκλησίας με τα ΜΜΕ και την Κοινωνία και μέλος της Ομάδας Εργασίας του Πατριαρχείου Μόσχας για τον κορωνοϊό, κ. Βλαντιμίρ Λεγκόιντα, που υπογράμμισε: «Ωστόσο, το έργο της Εκκλησίας τις δύσκολες αυτές ημέρες, η τέλεση των ιερών Ακολουθιών και της Θείας Λειτουργίας είναι εξίσου σημαντικό με το έργο των γιατρών, των αξιωματούχων του νόμου, των κοινωνικών λειτουργών και των άλλων συμπολιτών που διατρέχουν κίνδυνο για τους τον συνάνθρωπο». Τόνισε εξάλλου  ότι οι Ιερές Ακολουθίες θα συνεχιστούν αφού: «Κανένα περιοριστικό μέτρο εξ ορισμού δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την ενότητα της κοινότητας και τη ζωή της ενορίας. Ειδικά για τους χριστιανούς. (…) Ταυτόχρονα, οι άνθρωποι χρειάζονται πνευματική υποστήριξη, η οποία δεν αντικαθιστά τα μυστήρια, αλλά παραμένει αναγκαία και απαιτητική». Αναφορικά με το Πάσχα επισήμανε πως: «Το Πάσχα γιορτάστηκε κατά τη διάρκεια της πανώλης, του πολέμου και άλλων καταστροφών, θα το γιορτάσουμε και τώρα. Η εορτή του Πάσχα συμβολίζει τη νίκη επί του θανάτου και όλων των δεινών και ατελειών του κόσμου γύρω μας. Η χαρά του Πάσχα δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση από εξωτερικές συνθήκες». Και κατέληξε: «Ο Ορθόδοξος άνθρωπος σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να παραμείνει πιστός στον Χριστό, θέτοντας ένα παράδειγμα αγάπης για τους άλλους. (…) Το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει να κάνουμε, είναι να μην πανικοβληθούμε και να μην φοβόμαστε. Η απελπισία μας στερεί τη χαρά της ύπαρξης».

Παρομοίως η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρουμανίας απαγόρευσε τον ασπασμό των εικόνων και τη χρήση, κατ’ εξαίρεση, από όσους πιστούς το επιθυμούν ατομικού κουταλιού στη Θεία Κοινωνία. Αξίζει να επισημάνουμε ότι η Εκκλησία της Ρουμανίας μετρά 16 εκατομμύρια πιστούς, που αντιστοιχούν στο 86 του πληθυσμού. 

Ανοιχτές, επίσης, θα παραμείνουν για το Πάσχα οι εκκλησίες στη Βουλγαρία  παρά το γεγονός η χώρα κηρύχτηκε  σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μέχρι τις 13 Μαΐου. Αυτό ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας κ. Μπόικο Μπορίσοφ μετά από τη συνάντηση που είχε με την Ιερά Σύνοδο της Βουλγαρίας. Όπως είπε ο κ. Μπορίσοφ οι ορθόδοξοι ναοί θα παραμείνουν ανοιχτοί και θα τελεστούν λειτουργίες την Κυριακή των Βαΐων και την Κυριακή του Πάσχα, παρά την επιδημία του νέου κορωνοϊού, επειδή πολλοί άνθρωποι είναι απελπισμένοι και με «πεσμένο το ηθικό». Στις λειτουργίες αυτές, ιδίως την Κυριακή του Πάσχα, συρρέουν χιλιάδες πιστοί στις εκκλησίες όλης της χώρας. Ο υπουργός Εσωτερικών κ. Μλάντεν Μαρίνοφ είπε ότι γύρω από τις εκκλησίες θα υπάρχει ισχυρή παρουσία αστυνομικών, που θα αναλάβουν να διαφυλάξουν την τάξη και να εγγυηθούν ότι θα τηρούνται οι προβλεπόμενες αποστάσεις μεταξύ των πιστών. 

Τέλος, οι Ιεράρχες στην Γεωργία βρήκαν τρόπο να κρατήσουν τις εκκλησίες ανοικτές, τηρώντας και τα απαραίτητα μέτρα προστασίας κατά της εξάπλωσης του ιού. Όλες οι ενορίες και τα μοναστήρια στη Γεωργία θα παραμείνουν ανοικτά την Κυριακή του Πάσχα, τόνισε ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Γεωργίας κ. κ. Ηλίας, ενώ συμπλήρωσε: «Σήμερα, όταν ένας ιός που έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο απειλεί τη ζωή του πληθυσμού, είναι φυσικό οι ενορίτες να αποθέτουν τις ελπίδες τους στον Κύριο και την εκκλησία». Στη συνέχεια ανέφερε με έμφαση, «Για τους πιστούς, η πνευματική τροφή είναι εξίσου σημαντική και απαραίτητη με την υλική τροφή. Επομένως, είναι αδύνατο να κλείσουν οι πόρτες των εκκλησιών και θα είναι ανοιχτές για εκείνους που θέλουν να έρθουν στην Εκκλησία, να λάβουν τη χάρη του Θεού και να ενισχυθούν πνευματικά».

Αξιοσημείωτο είναι ότι υπάρχει επί του παρόντος καθεστώς καραντίνας στη Γεωργία, απαγορεύοντας συγκεντρώσεις περισσοτέρων από τριών ατόμων σε δημόσιους χώρους. Γι’ αυτό ο Πατριάρχης τόνισε: «Λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα κατάσταση, θα ήθελα να απευθυνθώ σε εσάς, τα πνευματικά μας παιδιά, και να σας δώσω τις ακόλουθες συμβουλές: Ακολουθήστε τις κατάλληλες οδηγίες, διατηρήστε την απόσταση με άλλους ανθρώπους. Μόνο οι κληρικοί θα πρέπει να βρίσκονται στην εκκλησία και ένας περιορισμένος αριθμός ενοριτών επιτρέπεται σε μεγάλους καθεδρικούς ναούς, αν και συνιστάται γενικά οι ενορίτες να παραμένουν στον αύλειο χώρο των εκκλησιών». Οι κληρικοί της Γεωργίας μπορούν επίσης να τελέσουν τη Θεία Λειτουργία στον αύλειο χώρο της εκκλησίας τους, ενώ οι ηλικιωμένοι και οι ασθενείς συνιστάται να μένουν στο σπίτι τους.

Ρητορική ερώτηση: Κατόπιν όλων αυτών μήπως η Κυβέρνηση και οι εντεταλμένοι λειτουργοί της έχουν υπερβεί τα όρια της αυστηρότητας έναντι της Εκκλησίας μας και πρέπει άμεσα να αναθεωρήσουν τη στάση τους;


Γιάννης Μητράκος 

 

Φωτο άρθρου: Εσωτερικό ορθόδοξου ναού στη Γεωργία με τους πιστούς να τηρούν τις αποστάσεις ασφαλείας.


Οδός Εμπόρων