Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/56501/

Spartorama - Print | «Γιάννης Κωνστανταρόγιαννης, ο καθηγητής μας του Αρρένων», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Γιάννης Κωνστανταρόγιαννης, ο καθηγητής μας του Αρρένων», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Γιάννης Κωνστανταρόγιαννης, ο καθηγητής μας του Αρρένων», από τον Βαγγέλη Μητράκο
«Κατά έναν τρόπο μυστηριώδη, κάτι όμορφο πέρναγε μέσα μας, η μουσική αρχαία γλώσσα ηρεμούσε και γέμιζε το νου και την καρδιά μας και ήταν σαν να παρακολουθούσαμε παράσταση αρχαίας τραγωδίας στην Επίδαυρο από μεγάλους και καταξιωμένους ηθοποιούς»
Οδός Εμπόρων

Ήτανε Σεπτέμβρης του 1971, άρχιζαν τα σχολεία, κι εμείς θα πηγαίναμε στη Έκτη Τάξη του Γυμνασίου Αρρένων Σπάρτης, λίγο πριν από το μεγάλο βήμα της ζωής μας. Δεν προλάβαμε να πατήσουμε το πόδι μας στο σχολείο, εκείνο το πρωί, κι ένα νέο απλώθηκε σαν μαύρη συννεφιά στον ουρανό μας:

-Αρχαία θα έχετε τον Κωνστανταρόγιαννη.

Παγώσαμε… τρομοκρατηθήκαμε… «μούδιασε» το μυαλό μας:

-Τον Κωνστανταρόγιαννη!!! Όχι ρε γαμώτο!!! Ήταν ανάγκη;

Ο θρύλος του Κωνστανταρόγιαννη ήταν παρών από την πρώτη στιγμή που πήγαμε στην Πρώτη Γυμνασίου: Παλιοί μαθητές του, συνάδελφοί του, πολίτες διάφοροι λέγανε και τι δε λέγανε για τον Κωνστανταρόγιαννη:

Δέρνει και προπηλακίζει τους μαθητές, δεν βάζει καλούς βαθμούς, είναι μισογύνης, μαλώνει με όποιον δε συμφωνεί μαζί του και χειροδικεί, είναι αντικομμουνιστής, στον εμφύλιο ήτανε χίτης κι όταν έμπαινε στην τάξη έβαζε το περίστροφο πάνω στην έδρα, δεν χαμογελά σε κανένα, δεν αγαπά κανένα, δεν αξίζει σαν καθηγητής…

Με λίγα λόγια, με το που γίναμε γυμνασιόπαιδα, είχαμε σχηματίσει στο μυαλό μας για τον Κωνστανταρόγιαννη (κι ας μην τον είχαμε γνωρίσει καν), την ίδια εικόνα που σχημάτισε κι ο Καζαντζάκης για το δάσκαλό του όταν πρωτοπήγε στο σχολείο: 

«O δάσκαλος πρόβαλε στο κατώφλι· κρατούσε μια μακριά βίτσα και μου φάνηκε άγριος, με μεγάλα δόντια, και κάρφωσα τα μάτια μου στην κορφή του κεφαλιού του να δω αν έχει κέρατα· μα δεν είδα, γιατί φορούσε καπέλο.»
Αναφορά στον Γκρέκο (1961)

 

Μπήκαμε στις τάξεις, πήραμε το πρόγραμμα, ήρθε κάποια στιγμή και η ώρα για το πρώτο μάθημα των Αρχαίων: Η πάντα πολύβουη και άτακτη τάξη (πριν μπουν οι καθηγητές) είχε μετατραπεί σε «εκκλησία». Χλωμοί, με τα χέρια σταυρωμένα πάνω στα θρανία, μ’ έναν κόμπο στο λαιμό κι ένα άτακτο χτυποκάρδι στο στήθος καρτεράγαμε την πρώτη είσοδο του φοβερού και τρομερού Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη στην αίθουσα. Κάποια στιγμή ακούστηκαν βαριά και γρήγορα βήματα και πριν καταλάβουμε τι συμβαίνει εισέβαλε φουριόζος ο Κωνστανταρόγιαννης. Με δυο-τρεις μεγάλες δρασκελιές διάβηκε τον διάδρομο ανάμεσα στα θρανία κι ανέβηκε στην έδρα. Εμείς, 18 χρονών «λεβέντες», είχαμε «βουλιάξει» στα θρανία από φόβο. Ένας ψηλός, σωματώδης, ώριμος άντρας, με γκρίζο κουστούμι, άσπρο πουκάμισο και σκούρα μπλε γραβάτα με ρίγες, με ξεκούμπωτο το σταυρωτό σακάκι του με τα μεγάλα πέτα, φαρδύ παντελόνι με πιέτες και ρεβέρ, μυτερό μαύρο καλογυαλισμένο παπούτσι, στενό τριγωνικό μουστάκι, δασιά φρύδια, γερακίσιο βλέμμα, γκρίζα μαλλιά και αραιή φαλάκρα μπροστά.

Με μια βροντερή φωνή μας είπε τα τυπικά, αυτά που λένε όλοι οι δάσκαλοι στο πρώτο μάθημα, και ύστερα έφτασε στο «ψαχνό».

-Ακούσατε εδώ: Ό,τι μάθατε μέχρι τώρα στα Αρχαία ξεχάστε το. Φέτος θα μάθετε πραγματικά Αρχαία και πρώτ’ απ’ όλα θα μάθετε να διαβάζετε.

Ένα δειλό, πνιχτό γέλιο ακούστηκε από κάποιο θρανίο. Ήταν ο αείμνηστος συμμαθητής μας ο Κώστας Ζ. που δεν μπόρεσε να κρατηθεί και γέλασε. Διότι σκέφτηκε κι αυτός, ό,τι σκεφτήκαμε όλοι:

-Τι μας λέει τώρα τούτος δω…! Έκτη Γυμνασίου και λέει ότι θα μας μάθει ανάγνωση!!!

-Γελάς, παιδάκι μου; Ακούστηκε περιπαιχτική κι επιθετική η φωνή του Κωνστανταρόγιαννη. Για σήκω επάνω.

Σηκώθηκε, μαζεμένος, ο Κώστας. (Τι το ’θελε και γέλασε;)

-Λοιπόν, ξέρεις να διαβάζεις, παιδάκι μου;

-Ξέρω, κύριε καθηγητά.

-Ε, τότε, για διάβασέ μου λίγο να σ’ ακούσω, αφού ξέρεις.

Πήρε από την έδρα το σχολικό βιβλίο, την Αντιγόνη του Σοφοκλή, το ανοίγει στην πρώτη σελίδα, το δίνει στον Κώστα και του λέει:

-Για διάβασέ μου, παιδάκι μου.

Αρχίζει να «διαβάζει» ο Κώστας το αρχαίο κείμενο και το μόνο που ακουγόταν ήταν ένα μουρμουρητό αγωνιώδες και λαχανιασμένο, με κομπιάσματα, με παύσεις, με επαναλήψεις, με λάθος εκφορές λέξεων, ό,τι -δηλαδή- θα ακουγόταν αν στη θέση του Κώστα βρισκόταν οποιοσδήποτε άλλος μαθητής…

Δεν πέρασε ούτε ένα λεπτό και μια μεγαλειώδης και ηχηρή καρπαζιά προσγειώθηκε στο σβέρκο του Κώστα:

-Κάτσε κάτω, κακός σου καιρός και μαύρος, που θα μου πεις ότι ξέρεις να διαβάζεις. Ακούστε, τώρα, τι σημαίνει διάβασμα.

Κι αρχίζει ο κ. Κωνστανταρόγιαννης να διαβάζει το αρχαίο κείμενο και τότε καταλάβαμε ΤΙ ήθελε να πει: Φωνή δυνατή, άνεση, καθαρή άρθρωση, γνώση του κειμένου κι εξοικείωση με τα νοήματά του, χρωματισμός των εννοιών και των σημείων στίξης, πότε «ψηλά» και πότε «χαμηλά»… Πραγματική ερμηνεία!!!

Κρεμαστήκαμε απ’ τα χείλη του κι ας μην καταλαβαίναμε σχεδόν τίποτε. Κατά έναν τρόπο μυστηριώδη, κάτι όμορφο πέρναγε μέσα μας, η μουσική αρχαία γλώσσα ηρεμούσε και γέμιζε το νου και την καρδιά μας και ήταν σαν να παρακολουθούσαμε παράσταση αρχαίας τραγωδίας στην Επίδαυρο από μεγάλους και καταξιωμένους ηθοποιούς:

 

Ω κοινόν αυτάδελφον Ισμήνης κάρα,

αρ΄ οίσθ΄ ο τι Ζεύς των απ΄ Οιδίπου κακών

οποίον ουχί νων έτι ζώσαιν τελεί;

ουδέν γαρ ούτ΄ αλγεινόν ούτ΄ άτης άτερ

ούτ? αισχρόν ούτ΄ άτιμόν εσθ΄, οποίον ου

των σων τε καμών ουκ όπωπ΄ εγώ κακών.

και νυν τι τούτ΄ αυ φασι πανδήμω πόλει

κήρυγμα θείναι τον στρατηγόν αρτίως;

έχεις τι κεισήκουσας; ή σε λανθάνει

προς τους φίλους στείχοντα των εχθρών κακά;

 

Αυτό ήταν το πρώτο μάθημα που μας έδωσε στα Αρχαία ο Γιάννης Κωνστανταρόγιαννης. Κι ύστερα ήρθαν κι άλλα. Κάθε ώρα των Αρχαίων γινόταν μια μυσταγωγία πάνω στην ουσία και στο περιεχόμενο αυτής της υπέροχης Γλώσσας και της ανεπανάληπτης Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, χωρίς τις οποίες είναι αδύνατο να διανοηθεί κανείς τον σύγχρονο Δυτικό Πολιτισμό, τον Διαφωτισμό και την Αναγέννηση, την Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, τη Φιλοσοφία, τις Θεωρητικές Επιστήμες, την Ιατρική αλλά και τον τρόπο σκέψης και τη νοοτροπία του Δυτικού Πολιτισμού.

Μέχρι τότε, για μας, τους μαθητές του κλασικού τμήματος, τα Αρχαία ήταν ένα σκοτεινό δωμάτιο που μέσα του, στα σκοτάδια ή στο ημίφως, παιδευόμαστε στην στείρα και κατά λέξη μετάφραση κειμένων, στην αποστήθιση γραμματικών και συντακτικών κανόνων και στη συντακτική ανάλυση, χωρίς να επικοινωνούμε με την ψυχή, τις ιδέες και τα μεγάλα πανανθρώπινα και διαχρονικά μηνύματα που είχαν καταθέσει εκεί οι Αρχαίοι μας πρόγονοι.

Ο Γιάννης Κωνστανταρόγιαννης έσκισε τις βαριές κουρτίνες και άνοιξε διάπλατα τα παράθυρα του κελιού μας των Αρχαίων, αφήνοντας να πλημμυρίσει φως. Ποτέ δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι στην ΣΤ΄ Γυμνασίου, ένα βήμα πριν από την αποφοίτησή μας, θα γνωρίζαμε τη «μαγεία» των Αρχαίων και θα τα αγαπούσαμε τόσο βαθιά ως αξία και ως παρακαταθήκη ζωής. Ο Κωνστανταρόγιαννης, ο καθηγητής μας, εκτός από βαθιά γνώση, είχε κι έναν δικό του ανεπανάληπτο τρόπο να κεντρίζει το ενδιαφέρον μας και να κάνει το μάθημα ελκυστικό:

 

-Ακούστε εδώ! Αν κανένας σας πει: «πάω να ψωνίσω παπούτσια», να του πείτε: «καλή σου όρεξη»!

-Γιατί, κύριε καθηγητά; Δεν καταλαβαίνουμε!

-Γιατί το σημερινό ρήμα «ψωνίζω» προέρχεται από το αρχαίον «όψον ωνούμαι» που σημαίνει «αγοράζω τρόφιμα». Αρχικά, η τροφή που συνόδευε το ψωμί ονομαζόταν «όψος-όψον». Επειδή όμως - κυρίως στην αρχαία Αθήνα - το προσφάι που συνόδευε το ψωμί ήταν ο ιχθύς (το ψάρι), αυτός μετονομάστηκε σε όψον (οψάριο-ψάρι). Επομένως το ρήμα «ψωνίζω» πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για τρόφιμα. Για κάθε τι μη φαγώσιμο πρέπει να χρησιμοποιούμε το ρήμα αγοράζω. Το ίδιο ισχύει και για την παράγωγη λέξη «ψώνια» που πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για τα φαγώσιμα!

 

-Βλέπετε έναν που «τον πηγαίνουν τέσσερις», μπροστά ο παπάς και πίσω η χήρα (άμα χτυπάει η καμπάνα στο χωριό λένε «ποιος πέθανε» και όχι «ποια πέθανε»). Κηδεία, λέτε. Ξέρετε όμως από πού βγαίνει η λέξη κηδεία; (Αιδήμων σιγή στο ακροατήριο). Η λέξη «κηδεία» παράγεται από το αρχαίο ρήμα «κήδομαι» που σημαίνει φροντίζω, νοιάζομαι, μεριμνώ. Άρα η κηδεία δεν είναι άλλο από την φροντίδα του νεκρού μέχρι τον ενταφιασμό του.

 

-Λέμε: «Έκανα σφάλμα». Τι σημαίνει η λέξη «σφάλμα»; Το «σφάλμα» παράγεται από το αρχαίο ρήμα «σφάλλω» που σημαίνει: «ρίχνω κάτω, κάνω κάποιον να πέσει κάτω». Άρα, όταν λέμε «έκανα σφάλμα», εννοούμε μεταφορικά ότι πέσαμε, γλιστρήσαμε, όσον αφορά την συμπεριφορά μας, τις επιλογές μας, μια εργασία που προσπαθήσαμε να κάνουμε κλπ.

 

 (Νααα εμείς με κρεμασμένο το κατωσάγονο, να συνειδητοποιούμε, πόσο λίγα είχαμε μάθει  -τόσα χρόνια- για τη γλώσσα που μιλάγαμε καθημερινά και πως αυτή η σημερινή γλώσσα δεν είναι παρά τα φύλλα και τα κλαδιά του δέντρου μιας μοναδικής γλώσσας που μιλιέται, χωρίς διακοπή, επί χιλιάδες χρόνια, και που στις ρίζες του δέντρου αυτού είναι η Αρχαία Ελληνική).

Αυτά μας έλεγε (μεταξύ άλλων πολλών) ο καθηγητής μας, ο Γιάννης Κωνστανταρόγιαννης, κι εμείς μέναμε με το στόμα ανοιχτό και τον παρακαλούσαμε να μας πει κι άλλα … κι άλλα… σαν τον διψασμένο που δε χορταίνει το καθαρό, κρύο και γάργαρο νερό που τρέχει από την πηγή.

Κι εκείνος έλεγε. Ποτέ δεν κουραζόταν να μιλάει για την αρχαία ελληνική γλώσσα. Αντίθετα αυτό ήταν κάτι που του έδινε ενέργεια και ζωή και τον «ανέβαζε» διαρκώς:

 

-Η Ελληνική Γλώσσα του Ομήρου, παιδιά μου, είναι η μητέρα ΟΛΩΝ των γλωσσών. Κάθε ελληνική λέξη-όρος φέρει ένα βαρύ φορτίο νόησης, το οποίο οι πρόγονοί μας «εξόδευσαν», για να κατακτήσουν γνωστικά τη συγκεκριμένη έννοια και να την «βαπτίσουν» με το συγκεκριμένο όνομα-λέξη». Ακούστε παραδείγματα κι εκπλαγείτε:

AFTER = Από το ομηρικό αυτάρ= μετά. Ο Όμηρος λέει: «θα σας διηγηθώ τι έγινε αυτάρ».

AMEN = λατινικά: amen. Το γνωστό αμήν προέρχεται από το αρχαιότατο ή μήν = αληθώς, (Ιλιάδα Ομήρου β 291-301), ημέν. Η εξέλιξη του ημέν είναι το σημερινό αμέ!

DOUBLE = από το διπλούς – διπλός.

FATHER = από το πάτερ (πατήρ).

MOTHER = από το ΜΑΤΕΡ… «Γλύκηα Μάτερ...», γράφει η Σαπφώ

KISS ME = εκ του κύσον με = φίλησέ με … είπε ο Οδυσσέας στην Πηνελόπη. Άκουσες φιλιά και γελάς παιδί μου; Σοβαρέψου μην κατέβω κάτω! Μάθημα κάνουμε!

Η ελληνική γλώσσα, παιδιά μου, είναι ψυχή, η ψυχή του πολιτισμού και της επιστήμης. Δεν είναι τυχαίο ότι η διεθνής επιστημονική γλώσσα έχει σχηματίσει και συνεχίζει να σχηματίζει πολλούς τύπους της, δανειζόμενη ελληνικές λέξεις ως ρίζα.

Σαν παράδειγμα από το χώρο της φυσικής, μπορεί κανείς να αναφέρει τις αυτούσιες ελληνικές λέξεις: «physics», «energy», «atom», «planet», «galaxy», «chaos», κλπ.

Πολλοί, επίσης, όροι, που έχουν δημιουργηθεί «τεχνητά» από τους ξένους διανοούμενους (με επιστράτευση της κλασικής παιδείας τους και κάποιου λεξικού της αρχαίας ελληνικής), αποδίδονται, επίσης εύκολα, στην ελληνική. Για παράδειγμα, «hydrogen», «telescope», «photograph», «electron», «proton», «photon», «cyclotron», «isotope», «chromodynamics» κλπ.

 

Κι όταν ασχολούμαστε με τα κείμενα, ο κ. Κωνστανταρόγιαννης, χωρίς να παραλείπει τη Μετάφραση, τη Γραμματική και το Συντακτικό, έδινε πρωτεύουσα και κυρίαρχη θέση στο νόημα, στην εμβάθυνση και στην ανάπτυξη των μηνυμάτων και των νοημάτων του κειμένου, χρησιμοποιώντας τη μαιευτική μέθοδο του Σωκράτη. Δηλαδή, με κατάλληλες ερωτήσεις και κεντρίσματα, μας βοηθούσε να τα ανακαλύψουμε μόνοι μας, χωρίς να μας δίνει «έτοιμες» απαντήσεις. Πάντα στο τέλος, μετά την συζήτηση, στην οποία έπαιζε το ρόλο του «εμψυχωτή», ο καθηγητής μας συνόψιζε τα συμπεράσματα:

«Όπως πολύ σωστά συζητήσατε, παιδιά, η Αντιγόνη, αντιπροσωπεύει την ηρωίδα που δεν κάμπτεται, το σύμβολο της αντίστασης και της αξιοπρέπειας. Το όνομά της και μόνο καθορίζει μια στάση ζωής. Δεν είναι ούτε μάρτυρας, ούτε αγία, παρόλα αυτά βρίσκει το θάρρος να ακολουθήσει χωρίς παρεκκλίσεις την πορεία που έχει χαράξει, να θάψει -δηλαδή- και να αποδώσει τις πρέπουσες τιμές στον νεκρό αδερφό της Πολυνείκη, αψηφώντας το διάταγμα του βασιλιά Κρέοντα. Το δεύτερο είναι ότι η Αντιγόνη εκφράζει αξίες πανανθρώπινες και άχρονες: τους δεσμούς που δένουν τους ανθρώπους μεταξύ τους, το να μένεις πιστός σε αυτά που πιστεύεις ανεξάρτητα με το κόστος, την αντίσταση στην απολυταρχία της εξουσίας, θέματα αιώνια που απασχόλησαν και απασχολούν τον άνθρωπο και την κοινωνία.»

Ακόμα και τις νουθεσίες του, για να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και πολίτες, δεν μας τις έδινε με στείρο διδακτισμό αλλά με τη «μέθοδο Κωνστανταρόγιαννη»:

 

-Να φοράτε καλογυαλισμένα παπούτσια για τους εχθρούς σας και ωραίο καπέλο για τους φίλους σας.

-Γιατί, κύριε καθηγητά;

-Γιατί ο εχθρός σας δεν έχει το θάρρος να σας κοιτάξει στα μάτια και κοιτάζει πάντα χαμηλά ενώ ο φίλος που σας αγαπάει, σας ατενίζει κατάματα.

 

-Βλέπετε ένα παλάτι βασιλικό και στην κορυφή του έναν ανεμοδείκτη. Ποιος νομίζετε ότι είναι πιο χρήσιμος; Ο ανεμοδείκτης στην κορυφή του παλατιού ή ο βασιλιάς που κατοικεί στο παλάτι;

-Μα… ο βασιλιάς, κύριε καθηγητά. Γιατί αυτός φροντίζει το λαό του και αποφασίζει για τις τύχες του.

-Λάθος! Να θεωρείτε τον ανεμοδείκτη ενός ανακτόρου χρησιμότερο από έναν βασιλιά. Τουλάχιστον ο ανεμοδείκτης δεν έχει ανάγκη εξόδων, και στρέφεται προς όλα τα μέρη του βασιλείου!

 

-Ποιοι ντενεκέδες βροντάνε περισσότερο; Οι γεμάτοι ή οι αδειανοί;

-Οι αδειανοί, κύριε καθηγητά.

-Σωστά! Έτσι είναι και οι άνθρωποι. Να ξέρετε πως όποιος άνθρωπος κάνει θόρυβο γύρω από το όνομά του, είναι ένας άδειος ντενεκές!

 

Κι εκεί απάνω έβρισκε αφορμή «να ανάψει και να κορώσει» ο καθηγητής μας για έναν επιθεωρητή («αποστολίδι» τον ανέβαζε και τον κατέβαζε κάνοντας λογοπαίγνιο με το όνομά του) που του έκανε, κάποτε, αρνητικές εκθέσεις κι έμπαινε εμπόδιο στην υπηρεσιακή του εξέλιξη.

Ένα χρόνο, μόνο, προλάβαμε να ζήσουμε τον καθηγητή μας, τον Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη, αλλά έχουμε την αίσθηση πως ζήσαμε μαζί του μια ολόκληρη ζωή. Και ήταν αυτή η χρονιά η καλύτερη των γυμνασιακών μας χρόνων. Όλη αυτή η μυθοπλασία που είχε δημιουργήσει τη φοβερή και τρομερή εικόνα του καθηγητή Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη κατέρρευσε από την αλήθεια που ζήσαμε σαν μαθητές του. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, πως σε κάθε συνάντηση παλαιών συμμαθητών, η κουβέντα για τα γυμνασιακά μας χρόνια ξεκινά με τον Κωνστανταρόγιαννη και αργεί πολύ ν’ αλλάξει θέμα (μερικές φορές δεν αλλάζει ποτέ).

Βέβαια, υπήρξαν φορές, που κάποιοι (λίγοι) συμμαθητές «έφαγαν τις καρπαζιές τους», αλλά κανείς δεν έπαθε «ψυχολογικά προβλήματα» και μάλιστα όταν σταματούσε ο «πολυβολισμός» είχαν ξεραθεί στα γέλια και γινόταν σφυγμομέτρηση για τον αν κατάφεραν να τις μετρήσουν. Στο «δια ταύτα» ήταν έτοιμοι να πουν «ευχαριστώ», γιατί καταλάβαιναν το φταίξιμό τους. Ούτε και στους γονείς τους τολμάγανε να πουν τίποτε, γιατί εκείνοι οι παλιοί γονείς την «παιδαγωγική» την είχανε μάθει από τη ζωή κι όχι «παπαγαλία» από τα βιβλία και χωρίς δεύτερη κουβέντα δίνανε κι αυτή άλλη μια καρπαζιά στο παιδί τους με τη φράση: «Καλά σου έκανε. Έχει δίκιο ο δάσκαλος». Και το λέγανε αυτό ακόμα κι αν είχανε επιφυλάξεις για το δίκιο του δασκάλου, γιατί ενδόμυχα νιώθανε πως αν γκρεμίσουνε το δάσκαλο από το βάθρο του, θα άνοιγαν οι ασκοί του Αιόλου για τα παιδιά τους, για το σχολείο και την κοινωνία, ό,τι δηλαδή έχει γίνει (δυστυχώς) σήμερα.

Τέλος πάντων, με ανυπομονησία, επίσης, περιμέναμε κάθε μέρα τις θρυλικές «ατάκες» του «Γιάννη», που όσοι δεν τον είχαν ζήσει από πιο κοντά τις ονόμαζαν ειρωνείες και προπηλακισμούς, αλλά εμείς ξέραμε πως ήταν αστεία καρδιάς, από έναν καθηγητή που είχε μέσα του περίσσευμα αγάπης για τους μαθητές του:

 

«Παιδί μου, κατετάγης εις την αγροφυλακή;»

(Προς μαθητή που φορούσε το σακάκι του ανάρριχτο στους ώμους).

 

«Κωνσταντίνε, η έκθεσή σου έγινε σαν την Ερυθρά Πλατεία της Μόσχας.»

(Προς μαθητή που είχε «κοκκινίσει» το γραπτό του από τις διορθώσεις που είχε κάνει ο Κωνστανταρόγιαννης με τον κόκκινο στυλό).

 

«Δεσποινίς, εδώ είναι το Γυμνάσιο Αρρένων. Το Γυμνάσιο Θηλέων είναι απέναντι.»

(Προς μαθητή που είχε έρθει με μακριά μαλλιά μετά τις διακοπές του καλοκαιριού).

 

-«Είσαι πολλά χρόνια στην Ελλάδα, Γεώργιε; Κοντεύεις, βλέπω, να τα μάθεις τα ελληνικά!

(Προς μαθητή που δυσκολευόταν να αποδώσει το νόημα ενός κειμένου).

 

Λεγόταν, μεταξύ των συμμαθητών, πως περνούσε μια μέρα με τον γιο του τον Παναγιώτη (μαθητή τότε της Α΄ Δημοτικού) έξω από τη βιτρίνα ενός μπακάλικου και του λέει, δείχνοντάς του την ετικέτα σε ένα βαζάκι με ελιές:

-Για διάβασέ μου εδώ, παιδί μου, τι λέει.

-Ελιές καλαματιανές, διαβάζει (σωστά) ο Παναγιώτης.

-Λάθος! «Ελαίαι καλαματιαναί», φωνάζει ο πατέρας του. Μάθε να μιλάς ελληνικά!

(Ήταν γνωστό πως ο «Γιάννης» - έτσι τον αποκαλούσαμε οι μαθητές του – ήταν της «καθαρεύουσας»).

 

Ο πολυδιαφημισμένος, από τρίτους, «μισογυνισμός» του Κωνστανταρόγιαννη εξαντλούνταν στη ρήση: «Να μην εμπιστεύεστε καμία γυναίκα! Μόνο τη μάνα σας.», αλλά εμείς «διαβάζαμε» πίσω από τις λέξεις (και γνωρίζαμε) πόσο πολύ αγαπούσε τη γυναίκα του, την εξαίρετη και αξέχαστη δασκάλα κ. Σοφία Πολυχρονάκη - Κωνστανταρόγιαννη από τον Α. Νικόλαο Μελιτίνης και πόσο καλός οικογενειάρχης, σύζυγος και πατέρας ήταν.

Υπάρχει κι ένα ανεπανάληπτο, περιστατικό «αντιφεμινισμού» που κυκλοφορεί μέχρι σήμερα στις παρέες και τις συναναστροφές των μαθητών του Κωνστανταρόγιαννη:

Επί 7ετίας, παρ’ όλο που ο κινηματογράφος ήταν αυστηρά απαγορευμένος για τους μαθητές, δινόταν εντολή στα σχολεία να πηγαίνουν ομαδικά και οργανωμένα τους μαθητές σε προβολές ταινιών «εθνικο-πατριωτικού» περιεχομένου, από τις πολλές που γυρίζονταν τότε μέσα στα ιδεολογικά πρότυπα της χούντας των συνταγματαρχών και σύμφωνα με την προπαγάνδα της δικτατορίας: «Η χαραυγή της νίκης», «Το Φρούριο των Αθανάτων», «Υπολοχαγός Νατάσσα», «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Παπαφλέσσας», «Μαντώ Μαυρογένους», «Στα σύνορα της προδοσίας», «Όχι», «Η Μεσόγειος φλέγεται», «Οι δραπέτες του Μπούλκες», «Δώστε τα χέρια», «Γράμμος-Βίτσι» «Οι γενναίοι του Βορρά», «Η μάχη της Κρήτης», «Υποβρύχιο Παπανικολής» κ.α..

Στα 1968, το Γυμνάσιο Αρρένων έχει πάει ομοθυμαδόν στο ΣΙΝΕ ΦΑΡΟΣ για να παρακολουθήσει την ταινία «ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ». Κατάμεστο το ΣΙΝΕ ΦΑΡΟΣ από μαθητές και καθηγητές, οπότε σε μια στιγμή, τελείως απρόσμενα, γινόμαστε μάρτυρες μιας τολμηρής ερωτικής σκηνής με τη Βέρα Κρούσκα, η οποία ως άβουλο όργανο ενός πράκτορα της KGB (Κώστας Πρέκας) προσπαθεί να αποσπάσει μυστικά από έναν Άγγλο Αξιωματικό. Νέκρα στην αίθουσα. Οι καθηγητές παρακαλούν ν’ ανοίξει η γη να τους καταπιεί. Σου λένε: «Εμείς κάνουμε εφόδους στους κινηματογράφους και δίνουμε αποβολές στους μαθητές και σήμερα τους φέραμε ΕΜΕΙΣ να δουν ερωτικές σκηνές»; Οπότε μέσα στη γενική αμηχανία και τη νεκρική σιγή πετάγεται ξαφνικά όρθιος μέσα στο μισοσκόταδο ο Κωνστανταρόγιαννης και φωνάζει χειρονομώντας:

-Βλέπετε τι κάνουν « αι γυναίκαι» για να καταφέρουν τους άνδρες;

Και τότε έγινε το «έλα να δεις». «Σηκώθηκε ο ΦΑΡΟΣ στο πόδι» από τα γέλια και τις ζητωκραυγές των μαθητών.

 

Παρ’ όλο που η Χούντα, είχε επιβάλλει «δια ροπάλου» στα σχολεία την προπαγάνδιση των «ιδεών», των «σκοπών» και των «έργων» της, ο Κωνστανταρόγιαννης δεν μας έκανε ποτέ προπαγάνδα μέσα στην τάξη. Τα δε «αντικομμουνιστικά» του περιορίζονταν σε ανώδυνα αστεία που έκαναν ακόμα και τους αριστερούς μαθητές να ξεκαρδίζονται στα γέλια και να τα αναπαράγουν στις παρέες.

Όσο για τη θέση που πήρε ο Κωνστανταρόγιαννης κατά τον Εμφύλιο ούτε ξέρουμε ούτε μάθαμε ποτέ ΤΙ και ΠΩΣ (οι φήμες δεν έχουν αξία μαρτυριών) και πάντως καλό είναι κάθε εποχή να ερμηνεύεται με τη δική της πραγματικότητα, τους δικούς της όρους και τις δικές της συνθήκες. Επειδή, εβδομήντα χρόνια μετά, τα πάθη είναι παρόντα και ο Εμφύλιος μας καίει ακόμα, καλό είναι να διαβάσουμε και να ξαναδιαβάσουμε ΟΛΟΙ το βιβλίο «Ορθοκωστά» του Θανάση Βαλτινού, και ίσως τότε κατανοήσουμε ότι ο Εμφύλιος ήταν -δυστυχώς- ένα ποτάμι κατεβασμένο και ορμητικό, που άλλους Έλληνες τους «πέταξε» στη μια όχθη και άλλους στην άλλη, χωρίς να τους αφήσει επιλογές.

Οι συκοφαντημένοι, επίσης, βαθμοί του Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη, αποδείχθηκαν στην πράξη δίκαιοι και πολλές φορές επιεικείς. (Εγώ προσωπικά, επί Κωνστανταρόγιαννη, πήρα τον μεγαλύτερο βαθμό που είχα ποτέ στα Αρχαία στο Γυμνάσιο και μη σκεφθεί κανείς πως αυτή είναι η αιτία του αφιερώματος).

Όλοι οι μαθητές του Κλασικού Τμήματος του Γυμνασίου Αρρένων Σπάρτης του σχολικού έτους 1971-72, κατανοήσαμε πλήρως πως όσοι είχαν φιλοτεχνήσει αυτήν την φοβερή και τρομερή εικόνα του καθηγητή Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη, τον είχαν αδικήσει βαριά, γιατί δεν είχαν καταφέρει (ή δεν ήθελαν) να μπουν μέσα στην καρδιά του και να δουν τι πραγματικά έκρυβε εκεί και γιατί του είχαν (γενικώς) κολλήσει μια ταμπέλα χωρίς να αξιολογήσουν αντικειμενικά τον άνθρωπο και τον καθηγητή Κωνστανταρόγιαννη.

 

(«Μπορούμε να αισθανθούμε την αληθινή αγάπη ενός ανθρώπου και σίγουρα η συναισθηματική μας κρίση, η εμπειρία, το ένστικτό μας μπορούν να μας προειδοποιήσουν και να μας βεβαιώσουν για τα αληθινά συναισθήματα ενός ανθρώπου.»)
Μαρία Σκαμπαρδώνη-Δημοσιογράφος

 

Στον Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη χρωστάμε και την αξέχαστη 7ήμερη εκδρομή που οργάνωσε μόνο για μας, τους εφήβους του ’70, που το μακρύτερο ταξίδι των περισσοτέρων (έως τότε) ήτανε μέχρι … το πανηγύρι του Μυστρά. Ήταν μια εκδρομή άψογα και άρτια οργανωμένη από τον καθηγητή μας, ο οποίος, γνωρίζοντας τη φτώχεια που μας «έδερνε», κανόνισε να πάρουμε μαζί μας ράντζα και να κοιμόμαστε σε διάφορα σχολεία των πόλεων που διανυκτερεύαμε. Πήγαμε στη Μακεδονία (φτάσαμε μέχρι τη Φλώρινα), στην Ήπειρο, στη Θεσσαλία, στην Στερεά Ελλάδα, μας ξενάγησε στα αξιοθέατα κάθε τόπου και μας χάρισε ζωντανές και ανεξίτηλες αναμνήσεις για όλη μας τη ζωή.

Τελειώσαμε το Γυμνάσιο το 1972, πήραμε ο καθένας τον δρόμο του, άλλος εδώ κι άλλος εκεί, πέρασαν τα χρόνια, μεγαλώσαμε, άλλοι τα κατάφεραν «έτσι» άλλοι «αλλιώς», πέσαμε … σηκωθήκαμε, κάποια πράγματα της ζωής μας χάθηκαν και ξεχάστηκαν, κάποια άλλα ζουν ακόμα μέσα μας, γιατί ήταν αληθινά και άφθαρτα. Ένα απ’ αυτά είναι και η μνήμη του καθηγητή μας των Αρχαίων, του κ. Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη. Όταν μάθαμε ότι ο καθηγητής μας πέθανε, στις 4 Φεβρουαρίου του 1989, λυπηθήκαμε πολύ και πολύ περισσότερο λυπηθήκαμε, γιατί μάθαμε πράγματα για τη ζωή του μέσα από τη νεκρολογία που έγραψε γι’ αυτόν, ο φίλος του Δ. Λ. Θεοφιλόπουλος, στην εφημερίδα του «ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΡΟΥΡΟΣ», πράγματα που οφείλαμε να ξέρουμε από πριν, όταν ο καθηγητής μας ήταν εν ζωή:

 

Νεκρολογία

Ιωάννης Κ. Κωνστανταρόγιαννης

Γνήσιος εις τα Ελληνικάς παραδόσεις και ιδία πιστός εις την πραγματικήν Ελληνικήν Γλώσσαν. Την εδίδαξεν επί 30 ολόκληρα χρόνια ως καθηγητής, γυμνασιάρχης και λυκειάρχης και εγκατέλειψεν τον μάταιον τούτο κόσμον ακολουθούμενος απ’ όλα τα πιστεύω του.

Ο Ιωάννης (όστις ήτο και συμμαθητής μου εις το Ελληνικόν Σχολείον Ξηροκαμπίου) εγεννήθη την 26ην Αυγούστου 1907 εις την Παλαιοπαναγιάν και όταν φοιτούσε εις το γυμνάσιον ηργάζετο και εις τα κτήματα του πατρός του. Απολυθείς του Γυμνασίου εις ηλικίαν 27 ετών, έδωσεν εξετάσεις εις την Φιλοσοφικήν Σχολήν των Αθηνών και εισήχθη μεταξύ των πρώτων. Αποπεράτωσεν τας σπουδάς του κανονικώς και παρέμεινεν βοηθός καθηγητού επί χρονικό διάστημα, διορισθείς εν συνεχεία καθηγητής εις το Γυμνάσιον της Πόλεώς μας. Από το Ελληνικό Σχολείον μας έλεγε: «Εγώ θα γίνω καθηγητής». Και το επέτυχεν.

Ο μεταστάς απεβίωσεν την 4ην Φεβρουαρίου 1989, ημέραν Σάββατον, εις το Γενικόν Νοσοκομείον Αθηνών και η κηδεία του εγένετο την 6ην Φεβρουαρίου, από την πατρική του οικίαν, εις τον Ιερόν Ναόν «ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ» και ετάφη εις το κοιμητήριον Παλαιοπαναγιάς.

Τον εσυνόδευσαν η σύζυγός του, ο υιός του, συνάδελφοί του, συμφοιτηταί του, συμμαθηταί του και κάτοικοι του χωρίου του και των πέριξ χωρίων.

Με την πραγματικήν του πίστιν απέδωσεν εις την κοινωνίαν ό,τι εχρειάζετο. Η μνήμη του θα μείνει αιωνία.

 

Ας είναι η μνήμη σου αιωνία, κύριε καθηγητά μας, κ. Γιάννη Κωνστανταρόγιαννη.

Οι μαθητές σου, του Γυμνασίου Αρρένων Σπάρτης, του σχολικού έτους 1971-72, σε ευχαριστούμε για ό,τι μας έδωσες και για ό,τι έκανες για μας.

Θα σε θυμόμαστε πάντα και θα ’χεις μια θέση στον μικρό παράδεισο του μυαλού μας. 

 

Σπάρτη 21-9-2021
Βαγγέλης Μητράκος