Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/59012-i-mikrasiatiki-katastrofi-o-ethnomartus-chrusostomos-smurnis--aa-meros--apo-ton-theofani-lazari/

Spartorama - Print | «Η Μικρασιατική Καταστροφή: Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης, Α’ Μέρος», από τον Θεοφάνη Λάζαρη

«Η Μικρασιατική Καταστροφή: Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης, Α’ Μέρος», από τον Θεοφάνη Λάζαρη - video

«Η Μικρασιατική Καταστροφή: Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης, Α’ Μέρος», από τον Θεοφάνη Λάζαρη
Φθάνοντας στο τραίνο ο δημογέροντας Νίκας τον αποχαιρέτησε με λόγια που αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα της πατριωτικής συνεισφοράς του Χρυσοστόμου: «Δέσποτα μας παρέλαβες λαγούς και μας έκανες λιοντάρια. Μένε ήσυχος. Θα γίνει το θέλημα σου…»
Οδός Εμπόρων

«Η Μικρασιατική Καταστροφή: Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης, Α’ Μέρος», από τον Θεοφάνη Λάζαρη

Φέτος όπως είναι γνωστό συμπληρώνονται εκατό από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα «Μονοπάτια της ιστορίας» τιμώντας τη μνήμη των θυμάτων της τραγωδίας του ελληνισμού της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Καππαδοκίας εγκαινιάζουν μια σειρά από αναφορές κάνοντας την αρχή με την  εμβληματική φυσιογνωμία του εθνομάρτυρα Χρυσοστόμου Σμύρνης.

Είδε το πρώτο φως της ζωής το έτος 1867 στην Τρίγλια της Προποντίδος, περιοχή ευρισκόμενη κοντά στα Μουδανιά όπου υπογράφηκε η επαίσχυντη συνθήκη ανακωχής που σφράγισε την τραγωδία του Ελληνισμού. Στην Τρίγλια την εποχή εκείνη κατοικούσαν 6.800 Έλληνες. Μόνο 12 τούρκικες οικογένειες ζούσαν μαζί τους στελεχώνοντας υπηρεσίες του τουρκικού κράτους. Οι Έλληνες δεν μάθαιναν τουρκικά. Αντίθετα οι Τούρκοι μάθαιναν ελληνικά, στέλνοντας μάλιστα τα παιδιά τους σε ελληνικά σχολεία, αφού τουρκικά δεν υπήρχαν στην περιοχή. Τα σχολεία είχαν άριστη οργάνωση και κατόρθωναν να διατηρούν ακμαίο το ελληνικό φρόνημα. Στην Τρίγλια υπήρχαν έξι ιεροί ναοί. Της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, του Αγίου Γεωργίου-Κάτω, του Αγίου Γεωργίου Κυπαρισσιώτου ή Επάνω, του Αγίου Βασιλείου ή Αγίας Επισκέψεως, του Αγίου Δημητρίου και της των Πάντων Βασιλίσσης. Σημαντικά ήταν για την περιοχή και τα μοναστήρια βυζαντινής εποχής όπως των Αγίων Πάντων-Μηδηκίου του 11ου αιώνα, Ιωάννου του Θεολόγου Πελεκητής που ιδρύθηκε από τον Ιουστινιανό τον Β’ το έτος 706, του Σωτήρος ή Βαθέως Ρύακος που ιδρύθηκε το 810 και άλλα. Όπως γίνεται αντιληπτό ο Χρυσόστομος έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του σε μια κοινωνία με περιβάλλον βαθύτατα ορθόδοξο και ελληνοπρεπές.

Γονείς του ήταν ο Νικόλαος Καλαφάτης και η Καλλιόπη Λεμωνίδου. Ευτύχησαν ν’ αποκτήσουν οκτώ παιδιά, τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια. Από τα αγόρια επέζησαν ο πρωτότοκος Ευγένιος και ο Χρυσόστομος. Ο Ευγένιος έμελλε ν’ ακολουθήσει ως το μαρτύριο τον αδελφό του.

Ο Νικόλαος Καλαφάτης έχοντας γνώση του οθωμανικού δικαίου αντιπροσώπευε τους συμπολίτες του στα τουρκικά δικαστήρια. Αγαπούσε την εκκλησιαστική μουσική κι εκλέγονταν δημογέροντας γεγονός που αποδεικνύει την εκτίμηση της τοπικής κοινωνίας στο πρόσωπο του. Η μητέρα του γυναίκα ευλαβής έταξε το Χρυσόστομο στην Παναγία την ημέρα των Φώτων του 1868, όταν είχε επισκεφθεί την Τρίγλια ο Μητροπολίτης Προύσσας.

Πρώτοι του δάσκαλοι ήταν ο αρχιμανδρίτης και μετέπειτα μητροπολίτης Ιωαννίκιος για τα εκκλησιαστικά, ο Γαζής για τα ελληνικά, ο Χριστόφορος Μουμουζής για τα τουρκικά, ο Νικόλαος Χατζηχρυσάφης για τα γαλλικά κι ο Παπά-Θεοδόσης για την εκκλησιαστική μουσική. Από νεαρή ηλικία εκδήλωσε την αγάπη του για το ράσο. Ο πατέρας του έχοντας πουλήσει το πατρικό του κτήμα για να στείλει τον Ευγένιο στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, πούλησε το πατρικό κτήμα της γυναίκας του για να τον στείλει «εσωτερικό» στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Ο Χρυσόστομος πήγε στη Χάλκη το 1884. Διδάσκαλοι του στη Σχολή ήταν: O Διευθυντής Γερμανός Γρηγοράς, ο Φιλάρετος Βαφείδης μετέπειτα Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, ο Μιχαήλ Κλεόβουλος μετέπειτα Μητροπολίτης Σάρδεων, ο Απόστολος Χριστοδούλου μετέπειτα Μητροπολίτης Σερρών, ο Ευμένιος Ξηρουδάκης αργότερα Μητροπολίτης Κρήτης κι άλλοι.

Έχοντας ήδη δομήσει ένα χαρακτήρα που αποστρέφονταν τη δουλοφροσύνη και τον ωχαδελφισμό, στη διάρκεια των σπουδών του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης εμβαπτίσθηκε ακόμη πιο πολύ στα θεία ρήματα της θρησκείας, τη διαχρονικότητα και υπερχρονικότητα του ελληνικού πνεύματος. Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν ένας μοναδικός συνδυασμός  ελληνικού λόγου και χριστιανικού πνεύματος. Η αρετή στο πρόσωπο του έβρισκε την ενσάρκωση της και υπό την αρχαιοελληνική έννοια, την υπό τη λαϊκή έννοια λεβεντιά, αλλά και υπό τη χριστιανική δηλαδή της διαρκούς προσπάθειας να πράττουμε το αγαθό. Ήταν άνθρωπος ωραίος στα λόγια κι ακόμη πιο σπουδαίος στα έργα. Ως φυσιογνωμία ήταν ψηλός με επιβλητικό παράστημα. Ως κληρικός είχε κάτι το ιεροπρεπές κι αρχαιοπρεπές. Από τα παραπάνω γίνεται εμφανές πόσο επιτυχημένος είναι ο χαρακτηρισμός «περίβλεπτος» που του αποδίδει ο αείμνηστος ιστορικός και συμπατριώτης μας Σαράντος Καργάκος, θέλοντας να δείξει πως ο Μητροπολίτης κι Εθνομάρτυρας ήταν ως προσωπικότητα «πόλις επάνω όρους κείμενη» κάνοντας παράλληλα αναφορά και στην εκκλησία της πατρίδας του.

Το 1887 επισκέφθηκε τη Σχολή της Χάλκης ο μητροπολίτης Μυτιλήνης Κωνσταντίνος Βαλιάδης. Ζήτησε τον πρωτεύσαντα σε επιδόσεις σπουδαστή. Έκτοτε ο μητροπολίτης (αφού ο διευθυντής Γερμανός Γρηγοράς του παρουσίασε τον Χρυσόστομο) έγινε εγγυητής, δηλαδή κηδεμόνας του Χρυσόστομου, αναλαμβάνοντας τα έξοδα του. Τελείωσε τις σπουδές με άριστα. Χειροτονήθηκε διάκονος εντός της Σχολής και προσελήφθη  ως αρχιδιάκονος αρχικά στη Μητρόπολη Μυτιλήνης και στη συνέχεια στη Μητρόπολη Εφέσου. Εκεί καλλιέργησε το οργανωτικό πνεύμα κι απέκτησε διοικητική εμπειρία.

Το έτος 1896 ήλθε η στιγμή να γίνουν για πρώτη φορά, απτή πραγματικότητα τα προσόντα του. Οι καθολικοί καλόγεροι της Μονής των Λαζαριστών της Σμύρνης, που είχαν δημιουργήσει το «κουτσοβλαχικό ζήτημα» στη Μακεδονία με το διαβόητο Φαβαιριάλ, αγόρασαν τοποθεσία κοντά στην Έφεσο που λεγόταν Καπουλή-Παναγιά, διαδίδοντας ότι βρήκαν εκεί τον τάφο της Παναγίας. Σκοπός τους ήταν ο προσηλυτισμός του χριστιανικού στοιχείου της Ιωνίας. Ο αρχιδιάκονος τότε Χρυσόστομος με επιστημονική τεκμηρίωση σε σειρά δημοσιευμάτων τους κατατρόπωσε αναγκάζοντας τους να υπαναχωρήσουν από την αρχική τους θέση και να αναδιπλωθούν υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται περί του τάφου αλλά περί του οίκου της Θεοτόκου.

Απόρροια των παραπάνω ήταν η ενέργεια του Μητροπολίτη Σμύρνης Βασιλείου να πείσει το Ρώσο πρεσβευτή Ζηνόβιεφ να παρέμβει στην Πύλη ματαιώνοντας προσκύνημα καθολικών στην περιοχή υπό την ηγεσία τριών Καρδιναλίων.

Λίγο πιο μετά εκδίδει δίτομο έργο με τίτλο «Περί Εκκλησίας», αποτελούμενο από τέσσερα βιβλία: 1ο  Διαφορές Ορθοδοξίας, Καθολικισμού και Προτεσταντισμού, 2ο Ομολογία του Πέτρου Μογίλα δηλαδή ανάλυση της Ορθοδόξου Πίστεως, 3ο Έλεγχος Προτεσταντισμού, 4ο Πλάνες Καθολικισμού. Δυνατό επίσης χαρακτηριστικό του ήταν το κήρυγμα. Μεστό νοημάτων με ανάδειξη υψηλών θρησκευτικών, ηθικών και εθνικών μηνυμάτων. Όπως έλεγε ο βιογράφος του Χρυσοστόμου Σπυρίδων Λοβέρδος επί του άμβωνος ο Χρυσόστομος προετοίμαζε μάρτυρες, γαλουχώντας τις ψυχές των πιστών για μεγάλες και ηρωικές πράξεις.

Στις 2 Απριλίου 1897 γίνεται η ανάδειξη σε Οικουμενικό Πατριάρχη του Μητροπολίτη Εφέσου Κωνσταντίνου. Στις 18 Μαΐου 1897 με εισήγηση του ιδίου ο Χρυσόστομος χειροτονείται πρεσβύτερος και χειροθετείται σε μέγα πρωτοσύγκελο του Οικουμενικού θρόνου. Το άστρο του Χρυσοστόμου αρχίζει να αναδεικνύεται ακόμη πιο πολύ, επωμιζόμενος παράλληλες πολλές και βαριές ευθύνες σε μια χρονική περίοδο που ο ελληνισμός αντιμετώπιζε πολλά και δυσεπίλυτα προβλήματα. Όξυνση της δράσης των κομιτατζήδων στη Μακεδονία, ατυχής πόλεμος του 1897 κι αναπτυσσόμενη δράση των ρουμανιζόντων και της ουνίας. Επίσης η πανσλαβιστική παλαιστίνειος εταιρεία υπό τον Ποπεδονότσεφ ζητούσε να μεταβάλει το εθνολογικό πνεύμα των θρόνων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων.

Το 1901 απομακρύνεται από τον οικουμενικό θρόνο ο Κωνσταντίνος ο Ε’ και επανέρχεται στο πατριαρχικό αξίωμα ο δυναμικός Ιωακείμ ο Γ’. Το Πατριαρχείο παίρνει έντονο ελληνικό χαρακτήρα και πιο επιθετικό προσανατολισμό. Στα πλαίσια αυτά τοποθετούνται σε κρίσιμες για τον ελληνισμό περιοχές νέοι επίσκοποι με σκοπό να τονώσουν το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων εμψυχώνοντας τους. Στην Κορυτσά τοποθετείται ο εθνομάρτυρας Φώτιος Καλπίδης (δολοφονηθείς από βουλγαρο-αλβανική συμμορία), στα Γρεβενά ο εθνομάρτυς Αιμιλιανός (δολοφονηθείς από συμμορία ρουμανιζόντων στο Σνίχοβο) και στη Δράμα ο Χρυσόστομος Καλαφάτης. Ένα χρόνο πριν το 1900 ο Πατριάρχης Κωνσταντίνος ο Ε’ τοποθετεί στην Καστοριά Μητροπολίτη τον Γερμανό Καραβαγγέλη με σκοπό και προοπτική την προστασία και εμψύχωση του ελληνικού πληθυσμού της Δυτικής Μακεδονίας από τις επιδρομές των κομιτατζήδων υπό την ανοχή των Τούρκων.

Η τοποθέτηση των Μητροπολιτών από το Πατριαρχείο σε πόλεις της Μακεδονίας την εποχή εκείνη ήταν μια θεόπνευστη ενέργεια. Ο χειμαζόμενος ελληνικός πληθυσμός βρήκε στα πρόσωπα των Μητροπολιτών, τη στήριξη που τόσο πολύ είχε ανάγκη από την πλευρά της εκκλησίας. Άνθρωποι γενναίοι με συναίσθηση του βάρους της ευθύνης για τα καθήκοντα που είχαν αναλάβει, μετέδωσαν την ψυχική τους αντοχή, την πίστη και την αποφασιστικότητα στο ποίμνιο τους, όχι μόνο με τα κηρύγματα τους αλλά κυρίως με τις πράξεις τους.

Στην αποχαιρετιστήρια συνάντηση με τον Πατριάρχη ο Χρυσόστομος αφού άκουσε τις συμβουλές του απάντησε ως εξής: «Εν όλη τη καρδία μου και εν όλη τη διανοία μου θα υπηρετήσω την Εκκλησίαν και το Γένος και η μίτρα την οποίαν αι άγιαι χείρες σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται να απολέση τη λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθεί εις ακάνθινον στέφανον μάρτυρος ιεράρχου». Γεγονός που συνέβη στη Σμύρνη στις 27/8/1922, 20 χρόνια μετά.

Η επαρχία της Δράμας την εποχή εκείνη ήταν μια βασανισμένη και διαρκώς απειλούμενη επαρχία. Στην πόλη της Δράμας ο Χρυσόστομος έφθασε στις 22 Ιουλίου 1902 κι έγινε δεκτός με μεγάλο ενθουσιασμό από τον πληθυσμό. Αμέσως εμπνέει το ποίμνιο. Με επιχειρήματα σε πολλαπλά υπομνήματα ενημερώνει το Πατριαρχείο για τις βουλγαρικές αγριότητες, όπως καταλήψεις εκκλησιών και σχολείων, δολοφονίες προκρίτων, ιερέων, δασκάλων. Παράλληλα ενημερώνει και τις τουρκικές αρχές. Ξεπερνάει το φόβο που είχε ο τοπικός πληθυσμός κηρύσσοντας αντίσταση στη βία. Η αντίσταση γίνεται πράξη περιοδεύοντας σε χωριά που είχαν ολικώς ή μερικώς προσχωρήσει στην εξαρχία (Βώλακας, Προσωτσάνη, Ζύρνοβο κ.α.) όπως και η βουλγαρόφωνη Σκρίτζοβα (νυν Σκοπιά Σερρών). Σε αρκετά χωριά ανοίγει σχολεία και εκκλησίες που είχαν κλείσει οι κομιτατζήδες αποσπώντας το θαυμασμό του Πατριάρχη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αποτελεσματικότητας της δράσης του Χρυσοστόμου είναι το ορεινό χωριό Βώλακας. Ο Βώλακας είχε 187 οικογένειες εκ των οποίων 120 είχαν γίνει σχισματικές. Τέσσερις ημέρες παραμονής του Χρυσοστόμου στο χωριό ήταν αρκετές για να τους επαναφέρουν στην Ορθοδοξία. Από το χωριό αυτό μάλιστα ύστερα από λίγο καιρό αναδείχθηκε ο μακεδονομάχος Άρμεν Κούπτσιος.

Ο Κούπτσιος ατρόμητος και ριψοκίνδυνος ήταν ο φόβος και ο τρόμος των κομιτατζήδων. Υπολογίζεται ότι σκότωσε 33 κομιτατζήδες και πράκτορες των Βουλγάρων!. Είχε καταδικαστεί από το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης σε θάνατο γιατί μαζί με κάποιον φίλο του μετά από διαταγή που πήρε, σκότωσε έξω από το χωριό Καλός Αγρός (Οσμανίτσα) τον επικίνδυνο αρχικομιτατζή Πλάτσεφ από τη Σκρίτζοβα (Σκοπιά). Συνελήφθη από Τούρκους χωροφύλακες που για κακή του τύχη βρέθηκαν εκεί. Όταν ο πατέρας του πήγε να του προσφέρει φαγητό στη φυλακή, τον βρήκε κρεμασμένο σ’ ένα δένδρο στην πλατεία της Δράμας. Αμέσως κατευθύνθηκε στη Μητρόπολη. Εκεί συνέβη ένα γεγονός που δείχνει σπάνια ψυχικά χαρίσματα και πατριωτισμό που ορθώνεται σε δυσθεώρητα ύψη. Ο πατέρας παρά τη συντριβή του σπεύδει ο ίδιος να συλλυπηθεί το Δεσπότη Χρυσόστομο!. Μιλώντας στην τουρκική διάλεκτο (διότι δεν ήξερε ελληνικά) απευθυνόμενος στο Μητροπολίτη του λέει πως κλαίει το γιο του, μα περισσότερο κλαίει για το Δεσπότη που έχασε ένα παλληκάρι σαν τον Άρμεν. «Κλαίω εσένα Δεσπότη γιατί ορφάνεψες» του είπε χαρακτηριστικά. Η προτομή του Άρμεν Κούπτσιου βρίσκεται σήμερα στην πλατεία της Δράμας, στο σημείο που άφησε την  τελευταία του πνοή σε ηλικία μόλις 20 ετών.

Η βουλγαρική προπαγάνδα βλέποντας τη δράση των Ελλήνων ιεραρχών επιρρίπτει ευθύνες  σ’ αυτούς για τη  παρουσία των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων. Η αντίσταση του επισκόπου Δράμας υπήρξε άμεση. Άγρυπνος υπερασπιστής της ελευθερίας του ποιμνίου του συντάσσει μνημειώδες έγγραφο προς το Πατριαρχείο επισημαίνοντας την εγκληματική δράση των κομιτατζήδων, ενώ παράλληλα εξυμνεί το σθένος, την αντίσταση και τη μαχητικότητα του μακεδονικού λαού. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Αρκεί να είπομεν, ότι τα θύματα κατισχύουσι των δημίων των, ότι το αίμα των μαρτύρων της μακεδονικής γης, εγένετο σπορά παράγουσα υπεράφθονον βλάστησιν». Την εποχή εκείνη με παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, λόγω της προβληματικής κατάστασης που επικρατούσε στη Μακεδονία, ο γεωγραφικός χώρος της Μακεδονίας διαιρέθηκε σε 4 ζώνες και κάθε μια από τις μεγάλες δυνάμεις ανέλαβε τη διοικητική οργάνωση μιας από τις ζώνες αυτές.

Οι Άγγλοι ανέλαβαν την περιφέρεια Δράμας. Ο βουλγαρόφιλος  ανταποκριτής των «Τάϊμς» Μπάουτερ επηρέαζε την πολιτική των Άγγλων προστατεύοντας κι ενισχύοντας τις βουλγαρικές διεκδικήσεις. Το γεγονός αυτό συνιστούσε ακόμη ένα μεγάλο πρόβλημα για τον Μητροπολίτη Δράμας, η αποφασιστικότητα και το σθένος του οποίου ήταν τα πιο μεγάλα όπλα για να ξεπεραστεί κι αυτό το εμπόδιο.

Στην δραστηριότητα του Μητροπολίτη πρέπει ν’ αναφερθεί το πλήρες πρόγραμμα κοινωνικής πρόνοιας κι εκπαιδευτικής πολιτικής. Ιδιαίτερο ήταν το ενδιαφέρον του για την δημιουργία αθλητικών υποδομών για τη νεολαία. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση εντάχθηκε η δημιουργία γυμναστηρίων με σύγχρονα όργανα γυμναστικής για την εποχή. Επίσης έγινε ανέγερση περικαλλούς μητροπολιτικού ναού, αρρεναγωγείου, παρθεναγωγείου, δύο κτιρίων κατεργασίας καπνού, νοσοκομείου, φιλανθρωπικού συλλόγου κυριών, νεκροταφείου κ.τ.λ. Στο Κιούπκιοϊ (Πρώτη Σερρών) έκτισε εκκλησία, σχολείο και γυμναστήριο. Στην Αλιστράτη, δεύτερη έδρα της επαρχίας, έκτισε Μητρόπολη, γυμναστήριο και ορφανοτροφείο για παιδιά που έχασαν τους γονείς τους από τους κομιτατζήδες. Στη Μονή Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου ίδρυσε γεωργική σχολή για να διδαχθούν οι νέοι σύγχρονες μεθόδους καλλιέργειας από ειδικό γεωπόνο που έφερε από την Ιταλία. Στα 8 χρόνια που ήταν επίσκοπος Δράμας ίδρυσε συνολικά 34 σχολεία, περίτρανη απόδειξη της σπουδαίας προσφοράς του στην περιοχή. Τα κτίρια των σχολείων είχαν πάντα το σχήμα Π (Πατρίς) είτε το Ε (Ελλάς). Είναι προφανές ότι ο Χρυσόστομος ήθελε για κάθε τι που δημιουργούσε να υπάρχει εθνοκεντρική αναφορά.

Το 1906 επισκέπτεται τα Ιεροσόλυμα. Γυρίζοντας στην Αθήνα παρακολουθεί τους Ολυμπιακούς αγώνες γνωρίζοντας το θαυμασμό για τη δράση του από τους θεατές. Η επίσκεψη στα Ιεροσόλυμα και οι ελληνικές επιτυχίες στους Ολυμπιακούς αγώνες αναπτερώνουν το ηθικό του και γυρίζει στη Δράμα με ακόμη μεγαλύτερη θέληση για προσφορά.

Για την  προβολή της ορθοδοξίας και της ελληνικότητας της Μακεδονίας ιδρύει στους Φιλίππους ναΰδριο για να θυμίσει στους χριστιανούς όλης της οικουμένης, ότι στο μέρος αυτό ο Απόστολος Παύλος ίδρυσε την πρώτη χριστιανική εκκλησία της Ευρώπης. Επίσης οι εκριζωμένοι Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας κατά το έτος 1906 βρίσκουν καταφύγιο στη Μητρόπολη Δράμας. Με όλη αυτή την πολύπλευρη και πολυσήμαντη δράση γίνεται στόχος των Βουλγάρων. Στο πρόσωπο του αναγνωρίζουν έναν αποφασισμένο ιεράρχη που στέκεται εμπόδιο στα σχέδια τους. Οι Βούλγαροι πείθουν το Βαλή (=νομάρχη) της Θεσσαλονίκης Ρεούφ να εκδώσει διαταγή με την οποία απαγορεύει στο Χρυσόστομο να κάνει περιοδείες. Αυτός όμως συνεχίζει απτόητος το έργο του.

Την υπονόμευση του Μητροπολίτη υποβοηθούν και οι μεγάλες δυνάμεις (Γαλλία, Ρωσία, Αυστρία) μα κυρίως η Αγγλία διότι θεωρούν ότι η δράση του Χρυσοστόμου στην Ανατολική Μακεδονία δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους. Απτή απόδειξη των παραπάνω είναι η έκθεση του Άγγλου Πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Μπώλεϋ προς το Υπουργείο Εξωτερικών της πατρίδας του. Τον Μπώλεΰ επισκέφθηκε ο Συνταγματάρχης Έλλιοτ, οργανωτής της τουρκικής χωροφυλακής Δράμας και μέγας πολέμιος του Χρυσοστόμου. Στην έκθεση διατυπώνεται η άποψη του Έλλιοτ, σύμφωνα με την οποία το μεγάλο πρόβλημα στη Δράμα που χαλάει τα σχέδια της Αγγλίας είναι ο επίσκοπος Χρυσόστομος, γι’ αυτό και πρέπει να εκτοπιστεί. Τη δύσκολη αυτή περίοδο της ζωής του ο Χρυσόστομος βρίσκει συμπαράσταση από κάποιους ιεράρχες. Ένας απ’ αυτούς ο ηρωικός Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης στον οποίο γράφει ευχαριστήρια επιστολή στις 6/7/1907 διατρανώνοντας την αποφασιστικότητα του για συνέχιση του αγώνα υπέρ του ελληνικού πληθυσμού της μητροπόλεως του.

Οι Τούρκοι προσπαθούν να μειώσουν τις δικαιοδοσίες του. Ο Χρυσόστομος προσφεύγει στη διεθνή διπλωματία. Απευθύνεται στον πρωθιεράρχη της Αγγλίας, τον αρχιεπίσκοπο της Κανταβρυγίας, ενώ ταυτόχρονα ενημερώνει τον επιτετραμμένο της Ελλάδας στην Πόλη Αρμάνδο Ποττέν ότι σε περίπτωση μετάθεσης του επιθυμεί να τοποθετηθεί στη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Στην επιστολή του ξεχειλίζει το πάθος και η θέληση για προσφορά σε ακόμη χειμαζόμενη περιοχή, δηλώνοντας πως μη έχοντας να δώσει ο,τιδήποτε άλλο στην πατρίδα είναι έτοιμος να δώσει το αίμα του!.

Κατά την περίοδο αυτή έπεσε στα χέρια των Τούρκων το απόρρητο βιβλίο αντιγραφής των επιστολών του Χρυσοστόμου. Οι Τούρκοι δεν άφησαν την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ο Μέγας Βεζύρης απαίτησε από το Πατριαρχείο τη βίαιη απέλαση του. Ταυτόχρονα ο Υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας σερ Εδουάρδος Γκρέΰ υπέδειξε την  ανάκληση του Χρυσοστόμου ως εμψυχωτή του Μακεδονικού Αγώνα. Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν στις 25 Αυγούστου 1907 να παρουσιαστεί στο Μητροπολίτη ο αρχιαστυνόμος Δράμας και να του ανακοινώσει τη διαταγή του Μεγάλου Βεζύρη να εγκαταλείψει την πόλη εντός 20 ωρών, αναχωρώντας για Θεσσαλονίκη. Η σθεναρή απάντηση του Μητροπολίτη ήταν πως διαταγές λαμβάνει μόνο από το Πατριαρχείο, το οποίο όμως είχε ήδη βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση. Με διαμορφωμένη αυτή τη μεγάλη πίεση ο Χρυσόστομος αναγκάστηκε στις 30 Αυγούστου να εγκαταλείψει την πόλη της Δράμας, αφού πρώτα λειτούργησε στο μητροπολιτικό ναό, που ήταν ασφυκτικά γεμάτος από το ποίμνιο του. Ο λόγος αυτή τη δύσκολη ώρα του αποχαιρετισμού γεμάτος πίστη στο Θεό, θάρρος και στήριξη στους πολίτες της μητροπόλεως του. Φθάνοντας στο τραίνο ο δημογέροντας Νίκας τον αποχαιρέτησε με λόγια που αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα της πατριωτικής συνεισφοράς του Χρυσοστόμου: «Δέσποτα μας παρέλαβες λαγούς και μας έκανες λιοντάρια. Μένε ήσυχος. Θα γίνει το θέλημα σου…».

Στις 31 Αυγούστου 1907 φθάνει στη Θεσσαλονίκη. Η υποδοχή ήταν αποθεωτική. Εδώ περιμένει την  απόφαση του Πατριαρχείου. Η απόφαση τον οδηγεί τελικά στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Τρίγλια παρά το γεγονός ότι ορισμένοι συνοδικοί τάχθηκαν υπέρ της αποκατάστασης του. Στην επιστολή του προς τον Πατριάρχη επισημαίνει ότι επειδή είχε γίνει απόπειρα δολοφονίας εναντίον του πριν 4 χρόνια από τον βούλγαρο αρχικομιτατζή Χατζηγεώργιεφ, είχε κάνει ασφάλεια ζωής υπέρ της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ώστε σε περίπτωση θανάτου του τα ασφάλιστρα να καλύψουν το χρέος των τροφίμων της Σχολής! Ήταν άλλη μια έμπρακτη απόδειξη της θελήσεως του για προσφορά με κάθε τρόπο και σε κάθε επίπεδο.


Θεοφάνης Λάζαρης

 

Θα ακολουθήσει το Β’ ΜΕΡΟΣ.

Πηγές:

  • Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος, Μητροπολίτης Σμύρνης Ο «Περιβλεπτος», Εκκλησιαστική Βιβλιοθήκη Ιεράς Μητρόπολης Δημητριάδος.
  • Ο Εθνομάρτυρας- Άγιος Μητροπολίτης Δράμας-Σμύρνης Χρυσόστομος, Ευάγγελος Βασιλείου, Έκδοση Δήμου Δράμας, Δράμα 1995.
  • Ο Σμύρνης Χρυσόστομος (Τόμος Α’), Αθηνα 1971,Χρηστου Σολομωνίδη.
  • Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης, Ιερομονάχου Ευθυμίου Τρικάμηνα, Εκδόσεις Ορθοδοξία, Λάρισα 2002.


-------


Ένα βίντεο - ντοκουμέντο για την Σμύρνη είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας. Πρόκειται για όψεις της Σμύρνης του 1911. 

Στο 1:20 από την αρχή του βίντεο, έχουμε μια σπανιότατη εμφάνιση σε βίντεο του μαρτυρικού Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου, ο οποίος είχε εκλεγεί Σμύρνης ένα χρόνο πριν, το 1910.

Ο μαρτυρικός Μητροπολίτης, ο οποίος εξέρχεται από το κονάκι (Διοικητήριο) συνοδεύεται από Αρμένιο Επίσκοπο (μάλλον), και στο βίντεο αναφέρεται ως «Έλληνας πατριάρχης», προφανώς λόγω της υπεροχικής θέσης του στην Σμύρνη.