Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/60311-da-matalas-stin-mnimi-tou-ilia---enas-pitsirikas-me-psuchiaantrikeia/

Spartorama - Print | Δ. Ματάλας: «Στην Μνήμη του Ηλία - Ένας πιτσιρικάς με ψυχή…αντρίκεια»

Δ. Ματάλας: «Στην Μνήμη του Ηλία - Ένας πιτσιρικάς με ψυχή…αντρίκεια»

Δ. Ματάλας: «Στην Μνήμη του Ηλία - Ένας πιτσιρικάς με ψυχή…αντρίκεια»
«Το βήμα του, αποφασιστικό και κοφτό, δεν άφηνε περιθώριο να σκεφθείς ότι αισθανόταν μειονεκτικά απέναντι στους συνομηλίκους του.»
Οδός Εμπόρων

Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα των ΑΜΕΑ έφερα στη μνήμη μου τον Ηλία, ένα παλικαράκι της γειτονιάς μου που με το παράδειγμά του δίδαξε όλους μας πώς να ξεπερνάμε τα οποιαδήποτε εμπόδια μικρά ή μεγάλα με αξιοπρέπεια και γενναιότητα και να συνεχίσουμε τη ζωή μας χωρίς να προκαλούμε τον οίκτο των συνανθρώπων μας.

Για τον Ηλία λοιπόν εκείνη την εποχή το 1997 έγραψα ένα κομμάτι και του το αφιέρωσα.

Τώρα μετά από πολλά χρόνια αισθάνομαι την ανάγκη να το ανασύρω από το αρχείο μου παρακαλώντας τα τοπικά ΜΜΕ να το  δημοσιεύσουν αφιερώνοντας το και πάλι στην μνήμη του Ηλία και στο διαχρονικό μήνυμα που εξέπεμψε με το σύντομο πέρασμά του από τούτη την ζωή.

Δημοσθένης Α. Ματάλας

 

Ένας πιτσιρικάς με ψυχή…αντρίκεια

«Το θλιβερό μαντάτο το ’φερε η κόρη μου: Ο Ηλίας πέθανε. Στην αρχή δεν κατάλαβα για ποιον μιλάει. -Ποιος πέθανε, παιδί μου; Η απάντηση με πάγωσε. Ο Ηλίας, το γειτονόπουλό μας, μου διευκρίνισε. Ώστε…έφυγε τελικά ο Ηλίας…ο Ηλίας. Τον πρόσεξα για πρώτη φορά πριν μερικά χρόνια. Πήγαινε δεν πήγαινε ακόμη στο Δημοτικό. Περνούσε μαζί με την υπόλοιπη «μαρίδα» της γειτονιάς ένα απόγευμα μπροστά από το σπίτι μου. Δεν διέφερε σε τίποτα απ’ τα υπόλοιπα πιτσιρίκια, μόνον που…του ’λειπε το ένα πόδι απ’ το γόνατο και κάτω. Απ’ την πρώτη στιγμή με εντυπωσίασε ο τρόπος που ακολουθούσε τους άλλους στο δρόμο. Κρατώντας τις πατερίτσες προσπαθούσε και τα κατάφερνε να μη μένει πίσω τους. Το βήμα του, αποφασιστικό και κοφτό, δεν άφηνε περιθώριο να σκεφθείς ότι αισθανόταν μειονεκτικά απέναντι στους συνομηλίκους του. Ρώτησα και έμαθα γι’ αυτόν. Σχεδόν μωρό είχε προσβληθεί από καρκίνο και οι γιατροί αναγκάσθηκαν να επέμβουν δραστικά. Του έκοψαν το πόδι. Η ζωή, βλέπεις, είναι πολυτιμότερη απ’ την αρτιμέλεια. Κι ο Ηλίας από τότε άρχισε να μεγαλώνει, παραβλέποντας το κουσούρι του. Περνούσε σχεδόν μόνιμα μπροστά απ’ το σπίτι μου, αγέρωχος, περιφρονώντας την τύχη που του έπαιξε άσχημο παιχνίδι. Τον συναντούσα για χρόνια ολόκληρα να «περπατά» με βήμα σταθερό, χωρίς ίχνος της τόσο γνώριμης σε πολλούς ομοιοπαθείς του σωματικής αλλά και ψυχικής κακομοιριάς. Με την εμφάνισή του να προδίδει ανεξάντλητο θάρρος και μια ασίγαστη θέληση για φυσιολογική ζωή, έβγαλε το Δημοτικό και το Γυμνάσιο και τώρα πήγαινε στο Λύκειο. Πολλές φορές θέλησα να τον σταματήσω στο δρόμο και να του μιλήσω. Να του πω πόσο τον καμαρώνω. Να τον χτυπήσω φιλικά στον ώμο, όχι από οίκτο, μα από απέραντο θαυμασμό. Να του πω, να του πω τόσα. Τελικά όλο και το ανέβαλα. Κάποτε τον είδα να παίζει…ποδόσφαιρο στη γειτονιά. «Κλωτσούσε» την μπάλα με την πατερίτσα με πάθος, καταφέρνοντάς τα καλύτερα από πολλούς συμπαίκτες του. Κι άλλοτε τον παρακολουθούσα να…καβαλάει το ποδήλατο και με την βοήθεια μιας τεχνικής προσθήκης να διασχίζει τους δρόμους της γειτονιάς, αφήνοντας πίσω του τους υπόλοιπους «αρτιμελείς» αναβάτες της παρέας του. Μόλις λίγες μέρες πριν τον θάνατό του τον συνάντησα ένα απόβραδο να συνοδεύει μια κοπελιά κι αισθάνθηκα ένα μυρμήγκιασμα ικανοποίησης να με πλημμυρίζει. Δεν έμαθα ποτέ αν ήταν μαθητικό φλερτ. Αλλά γιατί να μην ήταν κι έτσι; Όντας μαθητής του Λυκείου πλέον, είχε ένα σώμα εφηβικό και γεροδεμένο που δεν είχε να ζηλέψει τίποτα απ’ τους άλλους. Και το κενό του ποδιού, το συμπλήρωνε κατά τον καλύτερο τρόπο με την σιδερένια θέλησή του, το αστείρευτο θάρρος του, την αντρίκεια ψυχή του. Μόνον που ο δυνάστης της ανθρώπινης μοίρας, ο θάνατος, δεν εξετίμησε τίποτα απ’ όλα τούτα και τον κάλεσε κοντά του. Του ’κανε όμως μια χάρη. Τον πήρε μέσα σε λίγες ημέρες. Δεν πρόλαβε να υποφέρει. Σχεδόν δεν το κατάλαβε. Μα κι αλλιώς να έρχονταν τα πράγματα, είναι σίγουρο πως ο Ηλίας θα τα αντιμετώπιζε με το ίδιο θάρρος, την ίδια λεβεντιά, το ίδιο κουράγιο, που στη διάρκεια της σύντομης ζωής του έδειξε πως διαθέτει. Ο Ηλίας έφυγε χωρίς ποτέ τελικά να καταφέρω να τον σταματήσω στο δρόμο και να του μιλήσω. Να του πω πόσο τον καμάρωνα. Να του χτυπήσω φιλικά τον ώμο, όχι από οίκτο, μα από απέραντο θαυμασμό. Ο Ηλίας έφυγε…χάθηκε, και μαζί του χάθηκε κάτι απ’ την παλικαροσύνη της γειτονιάς μου.»


Δημοσθένης Α. Ματάλας

Σεπτέμβριος 1997