Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/78626-pos-na-diabaseis-ena-biblio-tis-monica-wood-ekda-kleidarithmos/

Spartorama - Print | «Πώς να διαβάσεις ένα βιβλίο» της Monica Wood εκδ. Κλειδάριθμος

«Πώς να διαβάσεις ένα βιβλίο» της Monica Wood εκδ. Κλειδάριθμος

«Πώς να διαβάσεις ένα βιβλίο» της Monica Wood εκδ. Κλειδάριθμος
Για τη Λέσχη Ανάγνωσης Σπάρτης γράφει η Μαρία Καλαμαρά
Οδός Εμπόρων

Λίγα λόγια για το βιβλίο από το οπισθόφυλλο:

«Η εικοσιδυάχρονη Βάιολετ Πάουελ αποφυλακίζεται έχοντας εκτίσει ποινή φυλάκισης είκοσι δύο µηνών για οδήγηση υπό την επήρεια µέθης, που προκάλεσε ένα µοιραίο ατύχηµα µε θύµα µια νηπιαγωγό.

Η Χάριετ Λάρσον, συνταξιούχος φιλόλογος και υπεύθυνη της λέσχης ανάγνωσης της φυλακής, σύντοµα θα κληθεί να αντιµετωπίσει τη δυσάρεστη προοπτική της άδειας φωλιάς, καθώς θα µείνει µόνη στο σπίτι της.

Ο Φρανκ Ντέιγκλ, συνταξιούχος µηχανικός, ακόµα δεν έχει συµφιλιωθεί µε την περίπλοκη φύση του γάµου του µε τη γυναίκα που σκότωσε η Βάιολετ.

Όταν οι τρεις τους συναντιούνται τυχαία ένα πρωί σε ένα βιβλιοπωλείο, οι ζωές τους περιπλέκονται µε έναν τρόπο που θα τους επηρεάσει βαθιά.

Ένα µυθιστόρηµα που φωτίζει τη δύναμη της ποίησης και της λογοτεχνίας στη ζωή µας ενώ παράλληλα γεννά την ελπίδα, την αγάπη και τη συγχώρεση που λυτρώνει την καρδιά.»


Η Χάριετ, η μία από τις ηρωίδες, χήρα που ζει μόνη αφού οι κόρες της έχουν δική τους ζωή κάπου μακριά, στα 64 χρόνια της, στήνει την Λέσχη Βιβλίου στις γυναικείες φυλακές του Πόρτλαντ και με την ενασχόληση αυτή αποδιώχνει αισθήματα απομόνωσης και μοναξιάς. Γιατί, όπως λέει η συγγραφέας, οι ηλικιωμένοι δεν νιώθουν κατάθλιψη λόγω μοναξιάς, αλλά λόγω αχρηστίας. Σιγά σιγά λοιπόν, συνδέεται με τις κρατούμενες, ασχολείται με τα προβλήματά τους και λίγο λίγο μοιράζεται μαζί τους κομμάτια από τη δική της ζωή και η αλληλεπίδραση αυτή θα γίνει ο καμβάς του μυθιστορήματος. (Και όπως συνέβαινε συχνά στη λέσχη η Χάριετ είχε μια αίσθηση ότι ανήκε εκεί, ότι η ιδιοσυγκρασία της ταίριαζε περισσότερο με ένα πιο επιεικές φάσμα αντιμετώπισης των ανθρώπινων δεινών.) {σελ. 142}

Ένας άλλος πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Φρανκ: Είναι ένας ήσυχος συνταξιούχος, αγαπάει το διάβασμα, και επειδή πιάνουν τα χέρια του προσφέρεται να κάνει μικρο επισκευές σε ένα βιβλιοπωλείο της πόλης του που επισκέπτεται συχνά. Έτσι βρίσκει και αυτός ένα φιλόξενο καταφύγιο σε ζεστό περιβάλλον με νέους ανθρώπους για να ξεχνάει τα προβλήματά του.

Όμως η Βάιολετ είναι η κύρια μορφή του αφηγήματος. Είναι μια νεαρή γυναίκα, 22 χρόνων, έξυπνη, αγαπάει τα βιβλία, στο σχολείο ήταν άριστη μαθήτρια και είχε όλα τα εχέγγυα για ένα λαμπρό μέλλον. Όμως είχε την ατυχία να γνωρίσει έναν μεγαλύτερο και αρκετά επιπόλαιο και αχάριστο νέο που τον ακολούθησε σε μία περιπέτεια που την οδήγησε στη φυλακή. Καταδικάστηκε για το θάνατο μιας νηπιαγωγού, της γυναίκας του Φρανκ, ενώ οδηγούσε σε κατάσταση μέθης.  Πέρασε 668 νύχτες φυλακισμένη, αλλά κατάφερε να αποφυλακιστεί έξι μήνες νωρίτερα λόγω καλής συμπεριφοράς.Η αυτοεκτίμησή της όμως, όπως και η ζωή της μέχρι πριν τα γεγονότα, πήγαν χαμένες πίσω από τα σίδερα.

Στη φυλακή ήταν η αγαπημένη των συγκρατουμένων της. Δεν δέχτηκε ποτέ επίσκεψη ούτε από την αδελφή της ούτε από τον άντρα που την οδήγησε σ’ αυτή την κατάσταση. Βασανιζόταν από βαθιές τύψεις γιατί, όπως την έκανε να πιστεύει η αδελφή της, η μητέρα της πέθανε από θλίψη λόγω της καταδίκης της. Η μόνη φωτεινή στιγμή της έγκλειστης ζωής και παρηγοριά της ήταν η Λέσχη Βιβλίου. Δύο ώρες την εβδομάδα γεμάτες ενσυναίσθηση, σε μια ομάδα δώδεκα φυλακισμένων γυναικών, στις οποίες η εθελόντρια καθηγήτρια αγγλικών Χάριετ φρόντιζε να δίνει κουράγιο και αξιοπρέπεια με το σύνθημα “ είμαι αναγνώστρια, είμαι έξυπνη, έχω να συνεισφέρω κάτι που αξίζει”

Η Χάριετ τους έφερνε να διαβάσουν το “ Όταν γεράσεις” του Γέιτς. (Όταν τελείωσε η απαγγελία οι γυναίκες έμειναν σιωπηλές. Ίσως να αναρωτιόνταν, όπως και η Χάριετ αν τις είχαν αγαπήσει ποτέ για αυτό που ήταν.) {σελ. 145}

Διάβασαν “Spoon River Anthology”/ γονατίζω τώρα μετανιωμένη να θρηνήσω για τις αμαρτίες μου.{σελ. 190} (έβλεπα τον εαυτό μου σαν μια καλή μηχανή που η ζωή δεν είχε χρησιμοποιήσει ποτέ) {σελ. 35} (είχα τέτοια δίψα για αγάπη, είχα τέτοια λαχτάρα για ζωή) .{σελ. 36}

Διάβασαν Μάγια Αγγέλου που διακηρύσσει “ η συγχώρεση του εαυτού μας και των άλλων είναι πράξη δύναμης που ελευθερώνει και επουλώνει.”

Η Χάριετ τις έβαζε να γράφουν ποίηση, να μπαίνουν στους ρόλους των ηρώων των βιβλίων, να κρίνουν , να συγκρίνουν, να ταυτίζονται.

“Γράψε ό,τι θες”, είπε η Χάριετ. “Δεν είναι άσκηση. Το κάνουμε για να γιορτάσουμε το ότι μας άρεσε ένας συγγραφέας”.

Σε άλλο σημείο διαβάζουμε: Στα αναγνώσματά τους οι γυναίκες αρέσκονταν να βάζουν τους χαρακτήρες στη θέση των κατηγορούμενων και οι ίδιες να είναι ένορκοι, απολάμβαναν τη χαρά της κατηγορίας – που πάντα ασκεί γοητεία στους αδύναμους {σελ. 313}.

Αλλού πάλι η Βάιολετ παραδέχεται:

“Κάποτε διάβαζα το ένα βιβλίο μετά το άλλο, αλλά η Χάριετ μας έμαθε να διαβάζουμε αργά γιατί έτσι παρατηρούμε περισσότερα και όσο περισσότερα βλέπουμε τόσο καλύτερα αισθανόμαστε.Τότε μπορούμε να διακρίνουμε τι συμβαίνει στην ιστορία εν τω μεταξύ”.

Πιο κάτω {σελ.341} βρίσκεται η δικαίωση του τίτλου. “ Ο συγγραφέας γράφει τις λέξεις. Ο αναγνώστης διαβάζει τις λέξεις και το μοναδικό και ανεπανάληπτο βιβλίο δεν υπάρχει μέχρι ο αναγνώστης να συναντήσει τον συγγραφέα στη σελίδα.”

Κάποια στιγμή η Χάριετ, ο Φρανκ και η Βάιολετ συναντιόνται στο βιβλιοπωλείο και οι ζωές τους αλλάζουν ριζικά. Η Χάριετ ομολογεί στον Φρανκ {σελ.355} “ Έζησα μια καλή ζωή με έναν άντρα που δεν αγάπησα βαθιά” και ο Φρανκ πιάνοντας της το χέρι της λέει “Εγώ έζησα μια καλή ζωή με μια γυναίκα που δε με αγάπησε βαθειά” κι έμειναν σε μια μαγική σιωπή για λίγο σαν το διαφορετικό παρελθόν του καθενός να αιωρούνταν αναίμακτα ανάμεσά τους.

Η Χάριετ, {σελ. 392} όλη της τη ζωή έλεγε ναι στους γονείς της, στους δασκάλους , στον σύζυγό , στις κόρες, στους γιατρούς, τους πωλητές αυτοκινήτων κτλ. Την είχαν μάθει από μικρή να συμφωνεί, να εγκρίνει, να προσαρμόζεται και να παραμερίζει τη δική της ευτυχία. Τώρα ορκίστηκε να λέει ναι μόνο σε ότι ήταν δικό της αποκλειστικά. Ναι στη διδασκαλία, ναι στη σύνταξη, ναι στη Λέσχη Ανάγνωσης, ναι στη Βάιολετ, ναι στον Φρανκ. Αυτά τα ναι ήταν δύναμη, εισιτήριο, αγάπη. Ο Φρανκ πιστεύει ότι η συγγνώμη απαιτεί αποδοχή και από τις δύο πλευρές, ενώ η συγχώρεση έχει μόνο μία κατεύθυνση και έτσι μπαίνει στη ζωή της Βάιολετ και μαζί με την Χάριετ την βοηθούν να βρει την αυτοεκτίμησή της, να ανακτήσει την αυτοπεποίθησή της, την γαλήνη της, την μαχητικότητά της και να δώσει στον εαυτό της μια δεύτερη ευκαιρία. Η Βάιολετ αν θα έπρεπε να γράψει τη δική της ιστορία, κατά τους στίχους του Spoon River, θα έλεγε: Είμαι η Βάιολετ, που σκότωσα μια γυναίκα, που έζησα και πέθανα και εν τω μεταξύ αγαπήθηκα.

Η Μόνικα Γουντ έγραψε ένα συγκινητικό και τρυφερό μυθιστόρημα για την επίδραση της καλοσύνης, της συμπόνιας , της αγάπης και της συγχώρεσης. Δίνει το ελπιδοφόρο μήνυμα ότι οι δεύτερες ευκαιρίες είναι δικαίωμα κάθε ανθρώπου.

Να το διαβάσετε, όχι γιατί είναι άσκηση, αλλά για να γιορτάσετε μαζί μας το ότι σας άρεσε μία συγγραφέας που σας προτείναμε.Καλή ανάγνωση.