Vekrakos
Spartorama | Απεβίωσε ο Λάκωνας «ποιητής της διασποράς», Γιώργος Παπούλιας

Απεβίωσε ο Λάκωνας «ποιητής της διασποράς», Γιώργος Παπούλιας

Spartorama 26/10/2016 Εκτύπωση Πολιτισμός
Απεβίωσε ο Λάκωνας «ποιητής της διασποράς», Γιώργος Παπούλιας
«Τ΄ουρανού τους κρουνούς να χειρίζεσαι, για να΄χει να δροσίζεται, η άνυδρη παραμυθία»
Οδός Εμπόρων

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ,  1935 - 2016 

Βιογραφικό 

Ο Γιώργος Παπούλιας, ποιητής της διασποράς, γεννήθηκε στα Βάτικα Λακωνίας στις 12 Φεβρουαρίου 1935. Γράφει ποιήματα από την ηλικία των είκοσι ετών, ενώ η λογοτεχνική παρουσία του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό χρονολογείται από το 1972. 

Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία, όπου και έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, ως εργατικός ακόλουθος του Ελληνικού Υπουργείου Εργασίας στο Rotterdam της Ολλανδίας, στο Αννόβερο και από το 1971 στη Νυρεμβέργη της Γερμανίας, όπου παρέμεινε 17 χρόνια, μέχρι τον θάνατο της λατρεμένης συζύγου του Ελένης το 1988. 

Το 1990 δεν θα αντέξει άλλο τη Νυρεμβέργη, τούτη τη πόλη που τον εξάντλησε" και θα μετοικήσει στην Αθήνα, μέχρι το 2009, οπότε και επιστρέφει πάλι για να βρίσκεται κοντά σε επιστήθιους φίλους. 

Με κείμενα στον ελληνικό και ξένο Τύπο, με ποιητικές συλλογές, με τη συμμετοχή του στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου στη Φρανκφούρτη από το 1976, δίνει το δικό του παρόν στην κίνηση ιδεών και στη πνευματική αγωνία του καιρού μας. 

Στη Νυρεμβέργη, το πολιτιστικό τμήμα του Δήμου της πόλης τον έχει παρουσιάσει στο γερμανικό κοινό με μεταφράσεις ποιημάτων του και με την έκδοση της ποιητικής συλλογής του "In Nurnberg regnete es noch" ("Στη Νυρεμβέργη ακόμη βρέχει") το 1989, με ποιήματα του ποιητή μελοποιημένα από τον διεθνώς καταξιωμένο Έλληνα τενόρο Ζάχο Τερζάκη. 

Η ίδια συλλογή παρουσιάστηκε ως Requiem από ομάδα καλλιτεχνών της Όπερας της Νυρεμβέργης στις 10 Οκτωβρίου 1989. 

Άνθρωπος της εποχής του τρόμου, του νετρονίου και των απειλών, προβληματίζει και προβληματίζεται, καθώς με τον ποιητικό του λόγο ερευνά φιλοσοφικά το δίδυμο ζωής και ελευθερίας, ανθρώπου και ανθρωπιάς και βασικά καταξιώνεται στη σύζευξη της πεμπτουσίας τούτου του κόσμου, στη σύζευξη της ύλης και ψυχής, χρέους και δικαιοσύνης. 

Έγραψαν γι αυτόν μεταξύ των άλλων, ότι «θεάται τα εγκόσμια τοποθετημένος πίσω από ένα πολυεδρικό πρίσμα αντανακλάσεων και κραδασμών». 

Μέσα στην ασφυκτική πολιορκία των ψυχών μας, ο ποιητής οραματίζεται το μέλλον, ανοίγοντας ένα φωτεινό παράθυρο αισιοδοξίας, γι αυτό και ο Γερμανικός τύπος τον απεκάλεσε «Ορφέα των ανεκπλήρωτων ονείρων». 

Έχει τιμηθεί από το Δήμο Γλυφάδας και το Ινστιτούτο Γκαίτε της Αθήνας το 1997. 

Το 1994 ο έγκριτος εκδοτικός οίκος ARS VIVENDI συμπεριέλαβε το ποίημα Ω , από τη συλλογή "Στη Νυρεμβέργη ακόμη βρέχει", στην ομώνυμη ανθολογία, ανάμεσα στα έργα των : Χέντερλιν, Άντερσεν, Τόμας Μαν, Μπέρτολντ Μπρεχτ, Γκαίτε και άλλων λαμπρών Γερμανών συγγραφέων.


Έργα

  • Απολογία στ’ άστρα
  • Λάμπα θυέλλης
  • Ο φίλος απ’ το Χαμαντάν
  • Μονομαχία με τη σιωπή
  • Ενα καλοκαίρι γιομάτο ειδήσεις
  • Ελεγός και Πυρόλιθος
  • Στη Νυρεμβέργη ακόμη βρέχει
  • Οι 5 υπηκοότητες ενός υπνοβάτη
  • Έρως ημίν
  • Λακωνική Σονάτα
  • Ευγενική μου Ιουλιέτα
  • Η ομορφιά της γης αρχίζει απ τη γυναίκα


---------


Οδηγίες για περιπατητές

 

Σε δρόμους αναζήτησης

και σε παλιά βιβλία

είναι επικίνδυνο να περπατάς τη νύχτα

 

Η γνώση κουστούμι στεγανό

σε αποδιώχνει απ τους πολλούς

στο πλάι τους σε εξορίζει

 

Κι αν

με τον εαυτό σου φίλος δε λογιέσαι

μη ζυγώνεις τα βιβλία

θα περικυκλωθείς

μόνος θα μείνεις

θα καείς

 

Αν συνηθίζεις τις σεμνές τελετές

κι αν τον Παράδεισο αντέχεις

σε δάσκαλο ειδικευμένο

για τις ανάγκες της χιλιετίας

βροχοποιός σπούδασε

 

Τ ουρανού τους κρουνούς να χειρίζεσαι

για να χει να δροσίζεται

η άνυδρη παραμυθία


---------------


Μαραθιάς

 

Πίσω

στις λυγαριές στις πικροδάφνες

στα φουντωμένα κλήματα

στη γη της αχλής οπού ανθίζει

και καίγεται πάνω στα χείλη μας

 

Πίσω

στη χαίτη των αλόγων

στο μύθο της βαθιάς σπηλιάς

με το σουραύλι στόμα

στα κυπαρίσσια τα ψηλά

π αρμέγουνε τον ήλιο

 

Με τρεμάμενη φωνή

αίματα γάζες και οινοπνεύματα

πίσω στη λόχμη να κρυφτούμε

 

Καρφώνω γαρδένια στα στήθια

και γυρνώ

χωρίς ποτέ να φτάσω


---------------


Μάνα

 

Σώριασα τα παιδικά μου χάδια

στην ποδιά σου

Συμμάζεψα τα Χερουβείμ

για να χορέψουν πάνω στα χείλη σου

 

Στις ζάρες του προσώπου σου γονάτισα

στους ρόζους των χεριών σου κομματιάστηκα

και τα ρίγη που σέρνω στο κατόπι μου

είναι απ την άσκηση στον πυρετό μακριά σου

 

Ερμήνευσα ευλαβικά το δάκρυ σου

έφαγα το ζεστό ψωμί σου

και σε θωρώ

Μάνα

γεράνι μακρινό και γιασεμί

γλυκό απαλό γειτόνεμα

μες στο σεισμό του κόσμου

 

                    Λάχι 1975



 



Οδός Εμπόρων