Vekrakos
Spartorama | «...ήρθα κι εδώ σε σένα· από την Ανατολή η μοίρα μ’ έριξε στου Ταΰγετου τα ποδάρια», Φώτης Κόντογλου

«...ήρθα κι εδώ σε σένα· από την Ανατολή η μοίρα μ’ έριξε στου Ταΰγετου τα ποδάρια», Φώτης Κόντογλου

Spartorama 22/04/2021 Εκτύπωση Δημοτικά Ιστορία Κοινωνία Παιδεία Πολιτισμός
«...ήρθα κι εδώ σε σένα· από την Ανατολή η μοίρα μ’ έριξε στου Ταΰγετου τα ποδάρια», Φώτης Κόντογλου
«Μα εγώ δεν έχω ούτε μονό, το διπλό χάρισμα εκεινών, για να παινέψω τη χρυσότριχη λέαινα που ‘ναι ξαπλωμένη σιμά στον δροσερόν Ευρώτα, πάρεξ λόγια ανάργαστα, δίχως αρμονία…»
Οδός Εμπόρων

Ο Κόντογλου εργάστηκε σαν συντηρητής των τοιχογραφιών της Παντάνασσας στο Μυστρά το 1936 και το 1938. Ολοκλήρωσε τη συντήρηση το 1940. Επειδή η διάρκεια της δουλειάς ήταν μεγάλη πήρε την οικογένειά του, τη γυναίκα του Μαρία και την κόρη του Δέσπω και μετακομίσανε το καλοκαίρι του 1936 ή 1937 στη Σπάρτη. Η «Δεσπούλα» αν και μικρή θυμόταν πολύ έντονα τη ζωή στη Σπάρτη, που είχε πολλά ευχάριστα αλλά και κάποια δυσάρεστα, όπως μια μεγάλη φωτιά που ζήσανε σε μια εκδρομή στους Μολάους κι αναγκαστήκανε και φύγανε μέσα στη νύχτα πανικόβλητοι με γαϊδούρια. Εκείνο όμως που θυμόταν πιο πολύ από όλα ήταν ο ίδιος ο πατέρας της.

Η περίοδος αυτή ήταν από τις πιο ευτυχισμένες στη ζωή του Κόντογλου. Εργαζόταν πάνω στο «αντικείμενο», που είτε σαν Τέχνη, είτε σαν Παράδοση, είτε όμως και σαν Πίστη ήταν η πεμπτουσία της ζωής του. Είχε μαζί του τη γυναίκα του υγιή, πριν αρρωστήσει και την πολυαγαπημένη του Δεσπούλα. Γνώρισε ντόπιους, ωραίους «τύπους», όπως έλεγε ο ίδιος, που τους ζωγράφιζε στο μπλοκάκι του. Κι από δίπλα είχε χωθεί με όλες του τις αισθήσεις μέσα στη μεγάλη του αγάπη, την Ελλάδα. Με εξορμήσεις σε όλη τη γύρω περιοχή, καταγράφοντας και ζωγραφίζοντας τα κάστρα, τα ερείπια και τις παλιές εκκλησιές της. Έβλεπε με δέος τις μισογκρεμισμένες ντάπιες και τους απότομους βράχους, που επάνω τους ήταν χτισμένες. Άκουγε τα μυστικά λόγια της σιωπής τους. Οσφραινότανε με αγαλλίαση το θυμάρι και την κάπαρη που φύτρωνε στις ρίζες τους. Και χάιδευε τις παλιές πέτρες με αγάπη, σα να ήταν ζωντανές - που για εκείνον ήταν ζωντανές, όσο κι η παράδοσή μας. Αν τον ρωτούσε κανείς τι είναι ευτυχία, θα του έλεγε «η ζωή εκείνο το καλοκαίρι στη Σπάρτη».


Τη ζωή αυτή αναπολούσε πάντα ο Κόντογλου, όπως φαίνεται και από ένα μικρό κείμενό του - ομολογία αγάπης - για την Σπάρτη, που γράφτηκε το 1938 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΖΩΗ - ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟ 3 – ΓΕΝΑΡΗΣ 1944

Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΠΑΡΤΗ

Όπως ο αρχαίος Τέρπανδρος, ήρθα κι εγώ σε σένα· από την Ανατολή η μοίρα μ’ έριξε στου Ταΰγετου τα ποδάρια.

Άμποτε να βαστούσα σαν και κείνον τη λύρα, για να μαγέψω τους σημερινούς Σπαρτιάτες, που ακούγοντας τη θεϊκή μελωδία πώβγαινε από τα δάχτυλά του, παρατήσανε τα μαλώματα κι αγκαλιάζανε ο ένας τον άλλον και τον γράψανε παιδί της Σπάρτης.

Αλλά κι ο ποιητής Αλκμέονας, που ‘χε και κείνος το χάρισμα της μουσικής, ξέπεσε στη Σπάρτη σκλάβος, κι οι Σπαρτιάτες τον λευτερώσανε και τιμήσανε το ουράνιο δώρημα με το οποίο ήτανε στολισμένος και τον κάνανε πολίτη της πατρίδας τους. Γιατί, μ’ όλο που τους λέγανε σκληρόκαρδους, αγαπούσανε την τέχνη και το αίσθημα.

Κι ο Αλκμέονας πολύ πόνεσε η καρδιά του τη Σπάρτη και σύνθεσε παιάνες για τη δόξα της και κείνα τα εξαίσια Παρθένεια, που τα τραγουδούσανε οι παρθένες χορεύοντας.

Μα εγώ δεν έχω ούτε μονό, το διπλό χάρισμα εκεινών, για να παινέψω τη χρυσότριχη λέαινα που ‘ναι ξαπλωμένη σιμά στον δροσερόν Ευρώτα, πάρεξ λόγια ανάργαστα, δίχως αρμονία ….


Μυστράς 1938
Φώτης Κόντογλου


Φωτο άρθρου: Φώτης, Μαρία και Δεσπούλα Κόντογλου. Σπάρτη 1938

Από ανάρτηση στο "Fotis Kontoglou Original - Φώτη Κόντογλου Αρχείο", στα ΜΚΔ






  



Οδός Εμπόρων