Vekrakos
Spartorama | «Ο θείος μου ο Βασίλης, ο Ολυμπιακός και ο τραγουδιστής Πέτρος Αναγνωστάκης» από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Ο θείος μου ο Βασίλης, ο Ολυμπιακός και ο τραγουδιστής Πέτρος Αναγνωστάκης» από τον Βαγγέλη Μητράκο

Ευάγγελος Μητράκος 21/11/2022 Εκτύπωση Άρθρα Δημοτικά Κοινωνία Λακωνία Χρονογράφημα
«Ο θείος μου ο Βασίλης, ο Ολυμπιακός και ο τραγουδιστής Πέτρος Αναγνωστάκης» από τον Βαγγέλη Μητράκο
«..πέρα από την κουβέντα με το θείο μου, μου άρεσε να περιδιαβάζω με το βλέμμα μου στις φωτογραφίες και στα εξώφυλλα που στόλιζαν το τσαγκάρικο»
Οδός Εμπόρων


Ο καλός μου θείος και πολυαγαπημένος, ο Βασίλης Αποστολόπουλος, ήτανε τσαγκάρης. Το τσαγκάρικό του το είχε σε ένα καμαράκι, κολλητά στο πατρικό του σπίτι, στο Νέο Κόσμο της Σπάρτης, λίγα μέτρα από τα κάγκελα του Γυμνασίου Αρρένων. Εκεί, στο μικρό μαγαζί της ανάγκης είχε στημένο, πλάι στο μεγάλο παράθυρο που έβλεπε προς τον δρόμο, τον πάγκο του, με όλα του τα σύνεργα  βελόνες, σακοράφες, σουβλιά, σφυριά, λίμες, τανάλιες, καλαπόδια, φαλτσέτες…και κάτω στο πάτωμα, δίπλα απ΄ την καρέκλα του τη «βασανισμένη», το αμόνι του που ήτανε το δεξί του χέρι. Μηχανές δεν υπήρχανε τότε και όλα περνούσαν από τα μουντζουρωμένα αλλά τιμημένα χέρια του θείου μου του Βασίλη, που από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ, φορώντας πάντα την ποδιά του τσαγκάρη, πάσχιζε φιλότιμα και με τέχνη να φτιάξει τα χαλασμένα παπούτσια των πελατών του ή και να μοντάρει τα καινούρια που του ’καναν παραγγελία. Μοναδικά στολίδια μέσα στο φτωχό τσαγκαράδικο ήτανε οι φωτογραφίες του θείου μου με διάφορους φίλους του που τις είχε κολλημένες στον τοίχο πίσω από την καρέκλα του μαζί με την εικόνα του Άγιο-Νικόλα και τα εξώφυλλα διαφόρων περιοδικών, ολόγυρα στους τοίχους, με ηθοποιούς, τραγουδιστές και ποδοσφαιριστές, ΜΟΝΟ Ολυμπιακούς, όπως ο Σιδέρης, ο Γκαϊτατζής, ο Πολυχρονίου, ο Μποτίνος, ο Ζαντέρογλου, ο Αυγητίδης, ο Γιούτσος, κ.α. μιας και ο θείος μου ο Βασίλης ήτανε «φανατικός» Ολυμπιακός που δε μάλωνε όμως ποτέ με οπαδούς άλλης ομάδας, μόνο γελούσε καλόκαρδα και τους έκανε κι αυτούς να γελάνε και γινόντουσαν στο τέλος μια κεφάτη και μονοιασμένη παρέα.


Μπροστά στον πάγκο του, ο θείος μου, είχε φτιάξει με σανίδες ένα μακρύ σκαμνί, για να κάθονται οι φίλοι του, που όλες τις ώρες έμπαιναν στο τσαγκάρικο για να πιούνε καφέ και να κουβεντιάσουνε με τον θείο μου το Βασίλη, που είχε πάντα την καρδιά του ανοιχτή όπως την πόρτα του τσαγκάρικού του. Πού και πού κι εγώ, πιτσιρικάς, πήγαινα στο τσαγκάρικο του θείου μου, καθόμουνα στο μεγάλο σκαμνί (πολλές φορές εύρισκα εκεί και τη μάνα του θείου μου, την Αλέκαινα (Αναστασία), να του έχει φέρει καφέ με κουλουράκια και να του κάνει παρέα, μιλάγαμε με το θείο μου για διάφορα, με ρώταγε για το σχολείο, με συμβούλευε να είμαι καλό παιδί και να διαβάζω και με φίλευε καραμέλες που είχε πάντα στο συρτάρι του πάγκου του για τους μικρούς του φίλους.

Κι εμένα, πέρα από την κουβέντα με το θείο μου, μου άρεσε να περιδιαβάζω με το βλέμμα μου στις φωτογραφίες και στα εξώφυλλα που στόλιζαν το τσαγκάρικο. Μια από τις μορφές των εξώφυλλων που μου είχε κάνει εντύπωση ήτανε του λαϊκού τραγουδιστή της 10ετίας του ’60 Πέτρου Αναγνωστάκη, φωτογραφημένου για το περιοδικό ΝΤΟΜΙΝΟ μαζί με την τραγουδίστρια Μαίρη Νταλμάς με την οποία έκαναν ντουέτο σε πολλά τραγούδια της εποχής.


Ο Πέτρος Αναγνωστάκης ήταν ένας πολύ όμορφος άντρας, πάντα καλοντυμένος με ωραία κουστούμια, άσπρο πουκάμισο και γραβάτα, με πλούσια μαύρα μαλλιά χτενισμένα προς τα πάνω και «κολλημένα» με το μπριγιόλ κι ένα ψιλό μουστακάκι στο πανώχειλο, κατά την αντρική μόδα της εποχής.

Τα χρόνια εκείνα όλα τα ραδιόφωνα και τα πικ-απ παίζανε στη διαπασών το τραγούδι του Πέτρου Αναγνωστάκη «Δεν ανθίζουν λουλούδια», που βγήκε στα 1963 σε στίχους και μουσική του Μπάμπη Μπακάλη:

Στο μικρό μου τον κήπο

στη μικρή μου αυλή

δεν ανθίζουν λουλούδια

γιατί λείπεις εσύ

 

Είναι κι αυτά μαραμένα

σαν τη δική μου καρδιά

κλαίω εγώ που ‘χεις φύγει

κλαίνε και τα γιασεμιά

σαν τη δική μου καρδιά

 

Γύρνα σ’ αναζητούνε τα κρίνα

σ’ αναζητούν οι βιολέτες

σ’ αναζητάω κι εγώ

Γύρνα να ξανανθίσει η αυλή μου

να ξανανθίσει η καρδιά μου

και τη χαρά μου να βρω

 

Στο μικρό μου τον κήπο

στη μικρή μου αυλή

δεν ανθίζουν λουλούδια

γιατί λείπεις εσύ

γιατί λείπεις εσύ

 

Βέβαια, ο Πέτρος Αναγνωστάκης είχε κάνει πολλές και μεγάλες επιτυχίες, με τραγούδια όπως: ΠΕΡΠΑΤΩ ΚΑΙ ΣΦΥΡΙΖΩ ΘΛΙΜΜΕΝΑ - ΜΕΓΑΛΗ ΘΛΙΨΗ - ΤΡΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΓΑΠΩ - ΚΑΠΟΙΟ ΤΡΑΙΝΟ - ΔΕ ΜΕ ΠΟΝΑΣ ΔΕ Μ’ ΑΓΑΠΑΣ - ΜΟΥ ΣΤΕΙΛΑΝ ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ - ΔΕΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ - ΗΡΘΑ ΚΙ ΑΠΟΨΕ ΣΤΑ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ ΣΟΥ κ.α. όμως το «ΔΕΝ ΑΝΘΙΖΟΥΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ήτανε το κορυφαίο του.

Το τραγούδι αυτό είχε ωραίο ρυθμό (λαϊκό βάλς), όμορφη μουσική, ωραία λόγια, υπέροχη ενορχήστρωση και ο Αναγνωστάκης το ερμήνευε μοναδικά (όπως όλα τα τραγούδια του) με την ζεστή κι αισθαντική φωνή του, που ξέφευγε από τις βαριές ρεμπέτικες φωνές των άλλων λαϊκών τραγουδιστών, φέρνοντας μίαν ευγένεια, τρυφερότητα κι ευαισθησία στο λαϊκό τραγούδι της εποχής, που έκανε- πραγματικά- θραύση μέσα από τα δισκάκια των 45 στροφών.

Μ’ άρεσε κι εμένα πολύ αυτό το τραγούδι και το σιγοτραγουδούσα όταν περπατούσα μόνος μου στο δρόμο, μια συνήθεια που είχαν τότε οι περισσότεροι άνθρωποι και που πια λείπει σήμερα από τη ζωή μας τη σκουντούφλικη. Μου άρεσε για πολλούς λόγους, πιο πολύ όμως μου άρεσε που με τους πρώτους στίχους του με «πήγαινε» κατευθείαν «στο μικρό μου τον κήπο» και «στη μικρή μου αυλή» του πατρικού μου σπιτιού. Δεν ξέρω…αλλά μόλις άκουγα ή τραγουδούσα τους πρώτους στίχους του τραγουδιού, στο μυαλό μου ζωντάνευε ο κήπος μας με τις δυο-τρεις λεμονιές, με τις κουκιές και τα σινάπια και με τις δυο μικρές κληματαριές, καθώς και η μικρή αυλή μας που τη σκέπαζε η μεγάλη κληματαριά με το αϊτονύχι, η αυλή μας με τις ντενεκεδένιες γλάστρες που είχε φυτεμένες η μάνα μου με βασιλικό, γαρυφαλιές και αρμπαρόριζα και το παρτέρι, από τη μια άκρη της αυλής μέχρι την άλλη, με διάφορα λουλούδια και πρασινάδες (τριανταφυλλιές, μοσχολούλουδα, γιασεμιά, βιγκόνιες…) και μια μουσμουλιά. Κατά τ’ αλλα ούτε η καρδιά μου ήτανε μαραμένη (κατά το τραγούδι) ούτε τίποτε αναζητούσα ούτε κάποιος μου έλειπε. Ήτανε τότε ακόμα η ηλικία που το παιδί, άμα έχει σπίτι, γονείς, αδέρφια, φίλους αγάπη και ζεστασιά, δεν του λείπει, πραγματικά, τίποτα. Τότε που «Όλα μοιάζαν ουρανός και ψωμί σπιτίσιο, όλα μοιάζαν ουρανός και γλυκό, γλυκό ψωμί».

Από τότε και μέχρι σήμερα πολλά πράγματα άλλαξαν στη ζωή μου. Ήρθανε ΚΑΙ καλές στιγμές ήρθανε ΚΑΙ κακές, ήρθανε χαρές - ήρθανε και πόνοι. Κι από κείνα τα παλιά κάποια ξεχάστηκαν. Ο Πέτρος Αναγνωστάκης, όμως, όμορφος και χαμογελαστός πάνω στο εξώφυλλο του ΝΤΟΜΙΝΟ, εκεί στο παλιό τσαγκάρικο του θείου μου του Βασίλη, μένει πάντα στη μνήμη μου μαζί με τον θείο μου και μ’ όλες εκείνες τις όμορφες αναμνήσεις με τις οποίες είχε δεθεί, αφού καμιά ανάμνηση δεν είναι μοναχική στη ζωή του ανθρώπου, μόνο που όταν την ανασύρεις από το συρτάρι της, κουβαλάει μαζί της κι άλλες πολλές αδερφούλες της και στήνουνε στο νου και στην καρδιά, χορό χαράς και νοσταλγίας αντάμα.


*Ο Πέτρος Αναγνωστάκης, ο ρομαντικός του Λαϊκού Τραγουδιού, με καταγωγή από τη Μάνη (ΚΥΠΑΡΙΣΣΟΣ), γεννήθηκε στα Ταμπούρια κι έζησε στο Κερατσίνι. Αξιόλογος τραγουδιστής, έκανε πολύ σπουδαία καριέρα ΣΤΗ 10ΕΤΊΑ ΤΟΥ ’60. Η παρουσία του, επί 20 χρόνια, στο λαϊκό τραγούδι συνδέθηκε με πολύ μεγάλες επιτυχίες στη δισκογραφία και στο πάλκο. Περιόδευσε στην Αυστραλία, Σιδνεϋ – Μελβούρνη. Του προτάθηκε να παίξει στον κινηματογράφο αλλά αρνήθηκε. Μετά το 1967 αποσύρθηκε από τη δισκογραφία. Βαθιά συναισθηματικός άνθρωπος, ζούσε με το παράπονο και με τη σκέψη ότι τον έχουν εγκαταλείψει οι άνθρωποι. Αναπολούσε πάντα τις ρομαντικές στιγμές του στο λαϊκό τραγούδι.

Πέθανε στο σπίτι του στο Κερατσίνι στις 1 Ιουλίου 1996

(ΠΗΓΗ: synergathss.blogspot.com/


Σπάρτη 21-11-2022

Βαγγέλης Μητράκος


Οδός Εμπόρων