Vekrakos
Spartorama | «Το Έπος του ΄40», από τον Βασίλη Βλαχάκο

«Το Έπος του ΄40», από τον Βασίλη Βλαχάκο

Βασίλειος Βλαχάκος 23/10/2017 Εκτύπωση Άρθρα Ιστορία
«Το Έπος του ΄40», από τον Βασίλη Βλαχάκο
«Από εμάς εξαρτάται, αν έχουμε συνέχεια, αν θα πετύχουμε να επιζήσουμε και να δημιουργήσουμε, ή αν θα μείνουμε χωρίς ταυτότητα»
Οδός Εμπόρων

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ’40

(από το Βασίλη Βλαχάκο)

Με τι καρδιά και τι ψυχή τη μέρα να τιμήσω

και πώς από τους ήρωες συγνώμη να ζητήσω..

 

καθώς αισθάνομαι ντροπή μια μέρα σαν και τούτη

που αν κι ο αέρας γιορτινός μυρίζει από μπαρούτη

 

είν’ η ατμόσφαιρα βαριά, πλακώνει την καρδιά μας

βάρκα ο κακός μας εαυτός, στα βράχια τα παιδιά μας

 

με καπετάνιο το «εγώ» τη διαφθορά στην πλώρη

με το συμφέρον στα κουπιά να μην τραβάει ζόρι

 

κ’ είναι μπροστά ωκεανός απέραντο σκοτάδι

ούτε ’νας φάρος φωτεινός ελπίδας ’να σημάδι.

 

Γι’ αυτό, το γρηγορότερο, ας πάμε τώρα πίσω

στο δρόμο αυτό που χάσαμε, να πάρουμε τον ίσο

 

που οδηγεί στις ρίζες μας, για να λογικευτούμε,

τη μέρα τούτη σήμερα όλοι μας να σκεφτούμε,

 

που ’δωσε με το αίμα της, ζωή στην οικουμένη

και την Ευρώπη έσωσε την τρομοκρατημένη.

 

Σήμερα, στης μνήμης την οθόνη, προβάλλεται ένα πολεμικό ντοκιμαντέρ, επάνω στα βουνά της Πίνδου και στο χιόνι, (δεν πρόκειται για ταινία με κάποιους κασκαντέρ) το κατέγραψε ο φακός της Ιστορίας σε σκηνοθεσία του Άξονα της  Κατοχής και το έπαιξε η μοίρα στο κατώφλι μιας ένδοξης φυλής, με εθελοντή έναν περιούσιο λαό, με ήρωα έναν ανίκητο στρατό και πρωταγωνιστή ένα γενναίο Έθνος.

Με εφεδρείες από ένα  ένδοξο παρελθόν, εκπαιδευμένες στο καθήκον και στο χρέος, πιστές στο «ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ» και ορκισμένες στο «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!», με όπλα απ’ το οπλοστάσιο της καρδιάς, την πίστη και τα ιδανικά, ύψωσε άφοβα το ανάστημά του και είπε ΟΧΙ! στους τρανούς της εποχής.

Αυτό το αλησμόνητο φθινοπωρινό πρωινό, το μωρό στην κούνια πεινούσε κ’ ήταν μήνας ακόμη σποράς, ο παππούς τα ξύλα στο τζάκι συμπούσε οι ελπίδες του στάχτες, οι μνήμες καπνός, η γιαγιά με τη ρόκα το αδράχτι γυρνούσε, η κλωστή της κουβάρι, γόρδιος οι σκέψεις δεσμός, η μάνα τα μαλλιά της τραβούσε κι ο  πατέρας, στο πλατύσκαλο μηνούσε σκυφτός:

Φέτος ο κάμπος χέρσος θα μείνει, μόνο τα βουνά θα οργώσει ο στρατός..

Κι αμέσως μετά το πρώτο σοκ, έγινε  στις καρδιές τους σεισμός.

Με το δισάκι μας γιομάτο περηφάνια, είμαστε όλοι σήμερα εκεί, στις αιματοβαμμένες κορφές της Πίνδου, στον τελευταίο της φυλής μας Γολγοθά. Από εδώ με αντήλιο το χέρι αγναντεύουμε τις στράτες που διαβήκαμε, θυμόμαστε τις μάχες που δώσαμε, φυλλομετράμε τις δάφνες που πήραμε, ονειρευόμαστε τα χωριά που ελευθερώσαμε, υποκλινόμαστε στους ανάπηρους, τιμάμε τους νεκρούς μας, νιώθουμε στις φλέβες μας το αίμα τους ζεστό και μετουσιωνόμαστε.

Μια εθνική  εορτή, θα έλεγε κανείς, ότι μοιάζει πολύ με τα μυστήρια της Εξομολόγησης και της Θείας Κοινωνίας. Γιατί, ένας ολόκληρος λαός καλείται μια τέτοια μέρα να μετανοήσει για τα λάθη και τις παραλείψεις του παρόντος, να κοινωνήσει από το θυσιαστήριο του παρελθόντος, και να φτάσει στην αθανασία του μέλλοντος.  Δεν ξέρω όμως σήμερα αν η γενιά μας είναι άξια αυτής της εθνικής μετάληψης και αν η Ιστορία, μας επιτρέπει να κοινωνήσουμε από το άχραντο αίμα των ηρώων του Σαράντα.

Γι’ αυτό σήμερα βρισκόμαστε  όλοι εκεί στις ένδοξες κορυφές της Πίνδου, στο εθνικό αυτό θυσιαστήριο, εκεί που η γαλανόλευκη διηγείται την ιστορία της και κάθε πέτρα λέει τα μυστικά της, για να τους πούμε το δικό μας μυστικό, να ζητήσουμε συχώρεση, να τους πούμε ότι μετανοούμε για τα λάθη που κάναμε, είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τη μάχη να σωθούμε ότι θα πάψει μεσίστια να είναι η σημαία στην καρδιά μας και στο εξής θα κυματίζει και πάλι ψηλά απ’ τα παιδιά μας.

Από εμάς εξαρτάται, αν έχουμε συνέχεια, αν θα πετύχουμε να επιζήσουμε και να δημιουργήσουμε, ή αν θα μείνουμε χωρίς ταυτότητα.

Αυτό που κάνει κάθε φορά, κάθε γενιά, όταν το χρέος και το καθήκον την καλεί, αυτό πρέπει να κάνουμε σήμερα κι εμείς, που το χρέος ειρηνικά μας προκαλεί. Είναι αδιανόητο, αυτή η φυλή, σήμερα να μειώνεται, να χλευάζεται και να τρομοκρατείται.

Έχουμε αποδείξει, ότι είναι μοίρα μας και πεπρωμένο του τόπου μας, προνόμιο της φυλής μας, να είμαστε παρόντες και πρωταγωνιστές σε κάθε μεγάλο γεγονός.

Αυτές τις όμορφες στιγμές που ένας λαός καλείται από την Ιστορία να πάρει τη μεγάλη απόφαση και τις τύχες της ανθρωπότητας στα χέρια  του είναι ελάχιστες, και η Ιστορία τις δίνει πάντοτε στους εκλεκτούς.

Γι’ αυτό κατορθώνουμε αν και μικροί να ζούμε και μονοιασμένοι να μεγαλουργούμε.

Κι ενώ όλα αυτά μας παίρνουν εκτός τόπου και χρόνου, ξαφνικά βλέπουμε πλάι μας τους τελευταίους από τους ήρωες που αγωνίζονται σήμερα να ζήσουν, σκυφτοί από τη βιοπάλη και απομυθοποιημένοι, αυτοί που όργωσαν τα βουνά κι έσπειραν την ελευθερία, να σέρνουν σήμερα τα πόδια τους, ενώ τότε έτρεχαν σαν αγρίμια και πετούσαν σαν πουλιά.

Ναι! Αυτοί  είναι  τα « παιδιά της Ελλάδος παιδιά!» που τραγούδησε η μεγάλη τραγουδίστρια της Νίκης, η αλησμόνητη και ανεπανάληπτη Σοφία Βέμπο. Είναι  αυτοί, που έπαιξαν για τη ζωή με το θάνατο και έκαναν τον πόλεμο χαρά και το τραγούδι νίκη. Και τούτο γιατί προτίμησαν έναν ελεύθερο θάνατο, από μια υπόδουλη ζωή και θυσιάζοντας το παρόν στο βωμό του παρελθόντος, κέρδισαν το μέλλον και πέρασαν στην αιωνιότητα.

Είναι από τις γενιές εκείνες, που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν  από τις προηγούμενες, μα πολλά να διδάξουν στις επόμενες!  Και είμαστε η γενιά, που έχει χρέος να τιμήσει αυτή τη γενιά και να αγωνιστεί για να μη χαθεί η δόξα της και η τιμή της!  Από τους αείμνηστους ηγέτες, μέχρι και τον τελευταίο στρατιώτη και πολίτη, άντρες και γυναίκες, έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον τους και πέτυχαν σε μια στιγμή αυθορμητισμού, να ομολογήσει ο εχθρός, ότι ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με άφθαστο ηρωισμό και περιφρόνηση προς το θάνατο,  και οι σύμμαχοι, σε  μια στιγμή ενθουσιασμού να πουν: Οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες! Μέσα σ’ αυτό το ξέσπασμα της ψυχής, φαίνεται ξεκάθαρα ότι μπροστά στον κίνδυνο, παραβλέπουμε ό,τι τυχόν μας χωρίζει και βλέπουμε όλα αυτά που μας ενώνουν.  Ως για τη διχόνοια που ακολούθησε, ήταν έργο όλων αυτών που θέλησαν να δουν την πρωταθλήτρια της Νίκης να τους χτυπά την πόρτα και να ζητά ελεημοσύνη, κάτι που έχουν πετύχει και σήμερα..   Είναι κρίμα κι άδικο, να κερδίζουμε τους πάντες εν καιρώ πολέμου, και να τα χάνουμε όλα εν καιρώ ειρήνης. Στο χέρι μας είναι να παλέψουμε για την εθνική μας αξιοπρέπεια να επανακτήσουμε ό,τι μας πήραν, να διαφυλάξουμε ό,τι μας απέμεινε, και να αγωνιστούμε μην τα χάσουμε όλα.

 

Ιδανικά κι αξίες ξεπουλήσαμε

τα ιερά μας και τα όσια προδώσαμε

δέστε λοιπόν πώς καταντήσαμε

όλα για το συμφέρον τα σκοτώσαμε.

 

Θέλοντας ν’ απολαύσουμε το σήμερα

ξεχάσαμε το χτες και χάσαμε το αύριο

μοναδική μας έγνοια τα εφήμερα

και η ζωή μας ένα θέαμα μακάβριο.

 

Γλύφουμε αυτό που κάποτε το φτύναμε

γίναμε σύμμαχοι μ’ αυτό που πολεμούσαμε

με το παράνομο στο δρόμο «ένα» γίναμε

θεοποιήσαμε αυτό που βλαστημούσαμε.

 

Πάνω λοιπόν από τα τόξα που μας απειλούν, με τον ακήρυχτο πόλεμο της προπαγάνδας, να μας αποκόψουν από τις ρίζες μας, να μας ξεριζώσουνε

την πίστη, να μας αλλοιώσουνε τη γλώσσα, καιρός να τεντώσουμε το δικό μας  τόξο, το τόξο του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού και να πούμε σ’ εχθρούς και φίλους, ότι θα κάνουμε αν χρειαστεί και πάλι, αυτό που επιτάσσει η Ιστορία και θέλει ο Θεός.

Στη μεγάλη αμφισβήτηση  και σύγχυση  του σήμερα, που από τον ψυχρό πόλεμο περάσαμε στην παγερή ειρήνη και η «Νέα Τάξη πραγμάτων» μοιράζει το δίκαιο με δύο μέτρα και δύο σταθμά, που κάνουν ήρωα αυτόν που θέλουν και νικητή αυτόν που επιθυμούν, που προδιαγράφουνε τη μοίρα των μικρών κι εξασφαλίζουνε το μέλλον το δικό τους, σήμερα πια δεν πρέπει να πιστεύουμε, όχι μόνο στ’ αυτιά μας, αλλά ούτε και στα μάτια μας.

Μπορεί οι ισχυροί της γης να έχουν πάντοτε τον πρώτο λόγο, όχι όμως απαραίτητα και τον τελευταίο.

Η περίεργη αυτή συμπεριφορά, εν καιρώ πολέμου να μας αγαπούν και να μας επαινούν κι εν καιρώ ειρήνης να μας κατηγορούν και να μας αδικούν, πρέπει να μας προβληματίσει.

Σήμερα ο εχθρός είναι δυστυχώς ανάμεσά μας και πολλές φορές μέσα μας, αφού έχουμε να παλέψουμε με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Γι’ αυτό  πρέπει να δώσουμε όλοι μαζί τη μάχη. Μια μάχη ειρηνική και πνευματική, κόντρα στη λογική των αριθμών, το  μηδενισμό  των ιδανικών, τον αφανισμό των αξιών, και τον ξεπεσμό των θεσμών.

Η κρίση των αξιών και των θεσμών είναι πολύ πιο επικίνδυνη από αυτή των αριθμών. Είναι η νάρκη στα θεμέλια της κοινωνίας μας. Δημοκρατία χωρίς δικαιοσύνη, δεν  υπάρχει. Κι ο λαός όταν νιώθει αδικημένος και προδομένος και είναι απογοητευμένος κι εξαθλιωμένος, τότε ο πόλεμος  είναι χαμένος.

Καιρός λοιπόν να επιστρατευτούν όλες οι δυνάμεις του τόπου, να τρέξουμε όλοι εθελοντές, να μην αυτομολήσει κανένας και όσοι λιποτάχτησαν να παρουσιαστούν στην πρώτη γραμμή, έχοντες και κατέχοντες, με τους ανθρώπους του πνεύματος, να βροντοφωνάξουμε όλοι μαζί:

Δε θέλουμε τη λύπηση κανενός, μόνο το σεβασμό απ’ όλους.

Τα σύνορά μας είναι ανοιχτά στην καλή γειτονία και τη φιλία, στη φιλοξενία και την ειρήνη, στη συνεργασία και την αλληλεγγύη, μα όμως ερμητικά κλειστά στην  υποτέλεια και την αδικία, στην εξαθλίωση της κοινωνίας και την αλλοίωση  της Ιστορίας μας, τον αφελληνισμό της φυλής μας, στους εκβιασμούς και στις παραβιάσεις, στην εγκληματικότητα, που είναι και η σκληρή πραγματικότητα.

Η αγκαλιά μας είναι σε όλους ανοιχτή, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν να  ανοίγουν τις πόρτες μας, να μας ληστεύουν και να μας σκοτώνουν μέσα στο σπίτι μας. Και είναι τρομερό και κρίμα, να περιθάλπουμε τους πρόσφυγες, και τα παιδιά μας να φεύγουν στην ξενιτιά για μια καλύτερη τύχη..  Κι αυτοί που τους δώσαμε τα φώτα, να μας κοιτούν ειρωνικά και να μας ρίχνουν στο σκοτάδι της κρίσης, να μας  λοιδορούν και να μας κουνάνε το δάχτυλο επιτακτικά τι να κάνουμε και πώς να τους φερόμαστε. Καιρός λοιπόν να τους κάνουμε ένα νεύμα και να τους πούμε ηχηρά: ΟΧΙ! Η λογική των αριθμών είναι ένα μεγάλο ψέμα.

Η  Ελλάδα μας, μετριέται μόνο με το Πνεύμα.

Δυστυχώς όμως, αυτή τη βόμβα των χιλιάδων μεγατόνων τη δωρίσαμε και μείναμε άοπλοι στους πέντε δρόμους, των πέντε των Ηπείρων..

Η λόγχη που άστραψε γυμνή με τις πρώτες αχτίνες του ηλίου πάνω  στις χιονισμένες κορυφές της Πίνδου, ας είναι το βέλος που θα δείχνει στις επόμενες γενιές το δρόμο του χρέους και του καθήκοντος. Με σεβασμό στους θεσμούς, ας παρελάσει η νεολαία μας με το κεφάλι ψηλά και με το βλέμμα της στο μέλλον.

Αξιόμαχοι ένστολοι των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, μείνετε στις επάλξεις, άγρυπνοι φρουροί των ιδανικών της φυλής μας, για την ελευθερία της πατρίδας, ως άξιοι αξίων και γενναίοι ηρώων.

Κι εσείς αξιότιμοι άρχοντες, εκλεγμένοι ως οι εκλεκτοί, σταθείτε στο ύψος των περιστάσεων, ως άλλοι άλλωστε τριακόσιοι, εκεί που σας έταξε ο λαός και σας έχει θεσπίσει η πολιτεία.  Αποδείξτε ότι είστε οι άριστοι, οι ικανοί και οι σοφοί.

Άρχοντες και αρχόμενοι! Αυτό που μας απομένει, είναι να αλλάξουμε νοοτροπία,

και να κλίνουμε το «ΕΓΩ» σε όλες τις πτώσεις και να τονίσουμε το «ΕΜΕΙΣ» .

 

Με μια καρδιά και μια ψυχή, ας πούμε πάλι ΟΧΙ

στη νέα τούτη κατοχή, μιας κ’ η γενιά μας το ’χει

λίγο να ξεκουράζεται κ’ ύστερα να παλεύει

ο κόσμος ν’ αφουγκράζεται κ’ εμάς να μας ζηλεύει.

 

Να πάρουμε τα μέτρα μας, μη μας τα παίρνουν άλλοι

και τόξα στη φαρέτρα μας όπλα απ’ το κεφάλι

το πνεύμα, τα ιδανικά και πίστη για τη νίκη

να μη ζητάμε δανικά πλέον για δεκανίκι.

 

Να μας πιστέψουν όλοι τους που μας αμφισβητούνε

και για το πορτοφόλι τους δεν ξέρουν τι ζητούνε.

Απ’ το κρασί, που ήπιαμε, εκείνο Σαράντα

να πιούμε κι ό, τι είπαμε, να μας τους λέμε πάντα!

 

ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΘΝΟΣ!



ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ’40!

Όπως το εορτολόγιο της Εκκλησίας μας είναι πλήρες  από εορτές αγίων και μαρτύρων, με προεξέχουσες τη Γέννηση και την Ανάσταση του Θεανθρώπου, το ίδιο και το Εθνικό μας ημερολόγιο είναι γεμάτο από αγώνες  και  κατορθώματα,θυσίες και ολοκαυτώματα, εορτές κι επετείους, με προεξέχοντες τους δυο μεγάλους του Γένους μας  ξεσηκωμούς!

Κάθε μέρα λοιπόν έχουμε  κάτι να γιορτάσουμε, ένα  μήνυμα να πάρουμε και κάποιο δίδαγμα να δώσουμε!

Σήμερα στης μνήμης την οθόνη προβάλλεται ένα πολεμικό ντοκιμαντέρ, που  κατέγραψε ο φακός της παγκόσμιας Ιστορίας σε σκηνοθεσία του Άξονα της  Κατοχής                                                                                       

κι έπαιξε η μοίρα της ζωής στο κατώφλι μιας ένδοξης φυλής, με εθελοντή έναν θαυμάσιο λαό, με ήρωα έναν ανίκητο στρατό και πρωταγωνιστή ένα γενναίο Έθνος, σε ένα ρόλο σπάνιο, μοναδικό που είχε  για θεατές και για κομπάρσους τους φίλους και συμμάχους και θαυμαστές  τους ίδιους τους εχθρούς!

Αυτό το ρόλο τον έχει ξαναπαίξει κι αυτό το έργο έχει γυριστεί αμέτρητες φορές, σε κρίσιμες στιγμές και πάντοτε το ίδιο ενδιαφέρον προξενεί!

Με εφεδρείες από ένα  ένδοξο παρελθόν, εκπαιδευμένες στο καθήκον και στο χρέος, με όπλα απ’ το οπλοστάσιο της καρδιάς την πίστη και τα ιδανικά, ύψωσε άφοβα το ανάστημά του και είπε ΟΧΙ! στους τρανούς της εποχής!

Αυτό το αλησμόνητο φθινοπωρινό πρωινό το μωρό στην κούνια πεινούσε κ’ ήταν μήνας ακόμη σποράς, ο παππούς τη φωτιά στο τζάκι φυσούσε κι έβλεπε στη στάχτη το κακό της συμφοράς, η γιαγιά με τη ρόκα το αδράχτι γυρνούσε και το θεό παρακαλούσε η μάνα  τα μαλλιά της τραβούσε η δύστυχη στην πόρτα του πανικού κι ο  πατέρας στο πλατύσκαλο των ευθυνών  μονολογούσε … 

Φέτος  ο κάμπος χέρσος θα μείνει, μόνο τα βουνά θα οργώσει ο στρατός!…                                                           

Κι αμέσως μετά το πρώτο σοκ, έγινε  στις καρδιές τους σεισμός!                                                               

ξεχείλισε  στις ψυχές τους ο ενθουσιασμός και βγήκε στους δρόμους  ο πατριωτισμός!

Κάθε πλατεία και πανηγύρι, κάθε σταθμός και  γιορτή, μη χάσει κανένας το τρένο και δεν φτάσει πρώτος, στην πρώτη γραμμή!        

Με την ανάσα μας κομμένη, με την καρδιά μας να χτυπάει δυνατά, με το δισάκι μας γιομάτο περηφάνια, είμαστε όλοι σήμερα φτασμένοι στον τελευταίο της φυλής μας Γολγοθά!

Από εδώ με αντήλιο το χέρι αγναντεύουμε τις στράτες που διαβήκαμε, βλέπουμε τις κακουχίες που περάσαμε, θυμόμαστε τις μάχες που δώσαμε, φυλλομετράμε τις δάφνες που πήραμε, νιώθουμε τις συγκινήσεις που ζήσαμε, ονειρευόμαστε τα χωριά που ελευθερώσαμε, υποκλινόμαστε στους ανάπηρους που πονέσανε τιμάμε τους νεκρούς μας που χάσαμε νιώθουμε στις φλέβες μας το αίμα τους ζεστό και όπως τα θυμόμαστε, μετουσιωνόμαστε!..

Μια εθνική  εορτή, θα έλεγε κανείς, ότι μοιάζει πολύ με τα μυστήρια της Εξομολόγησης και της Θείας Κοινωνίας!

Γιατί, ένας ολόκληρος λαός καλείται μια  τέτοια μέρα να μετανοήσει για τα λάθη και τις παραλείψεις του παρόντος, να κοινωνήσει από το θυσιαστήριο του παρελθόντος και να φτάσει στην αθανασία του μέλλοντος!

Γι’  αυτό σήμερα βρισκόμαστε  όλοι εκεί στις ένδοξες κορυφές της Πίνδου , στο εθνικό αυτό θυσιαστήριο, εκεί που η γαλανόλευκη διηγείται την ιστορία της και κάθε πέτρα λέει τα μυστικά της!

Σαν σήμερα, το Έθνος μας έδωσε εξετάσεις ενώπιον Θεού και ανθρώπων και πέτυχε!                                                                    

Πέτυχε το ακατόρθωτο κι έφτασε στο θαύμα! 

Αυτό που κάνει κάθε φορά, κάθε γενιά, όταν το χρέος και το καθήκον την καλεί!

Αυτή λοιπόν η άφοβη γενιά, σ’ αυτή την άγονη γωνιά, έδωσε πίστη κι ελπίδα σε λαούς αυτοπεποίθηση και θάρρος σε τρομοκρατημένους!

Απέδειξε, ότι είναι μοίρα μας και πεπρωμένο του τόπου μας, προνόμιο της φυλής μας, να είμαστε παρόντες και πρωταγωνιστές σε κάθε μεγάλο γεγονός!

Για μια ακόμη φορά, πέρασε με άριστα την Ιστορία και πήρε όλου του κόσμου τους επαίνους!

Στον πόλεμο αυτό, αυτοί που ανέβηκαν στο βάθρο των νικητών, ήσαν πρώτη η  Ελλάδα, δεύτερος ο Ελληνικός Στρατός, και τρίτος ο Ελληνικός Λαός!

Τα έπαθλα απένειμε η ανθρωπότητα και δεν ήσαν τίποτε άλλο , παρά ένα στεφάνι ματωμένο, φτιαγμένο από λίγα φύλλα δάφνης ελληνικά!                                        

Αυτές τις όμορφες στιγμές, που ένας Λαός καλείται από την Ιστορία να πάρει τη μεγάλη απόφαση και τις τύχες της ανθρωπότητας στα χέρια  του, είναι ελάχιστες και η Ιστορία τις δίνει πάντοτε στους εκλεκτούς!

Γι’ αυτό κατορθώνουμε αν και μικροί να ζούμε κι αδύναμοι να μεγαλουργούμε!

Κι ενώ όλα αυτά μας παίρνουν εκτός τόπου και χρόνου, ξαφνικά βλέπουμε  γύρω μας κάποιους από αυτούς τους  ήρωες, που επέζησαν και τώρα αγωνίζονται να ζήσουν..

Σκυφτοί από τη βιοπάλη, απομυθοποιημένοι, αυτοί που όργωσαν τα βουνά κι έσπειραν την ελευθερία με αυλακωμένο το πρόσωπο από το χρόνο, μέσα στη γεροντική τους άνοια ευτυχισμένοι απλοϊκοί  και μετριόφρονες,  αδικημένοι και ίσως πικραμένοι, ποτέ όμως μετανιωμένοι  και ταπεινωμένοι!

Ναι !  Αυτοί είναι οι ήρωες της Πίνδου!

Αυτά τα ανήμπορα γεροντάκια είναι οι νικητές!

Αυτοί που σέρνουν σήμερα τα πόδια έτρεχαν τότε  σαν αγρίμια και πετούσαν σαν πουλιά!

Ναι ! Αυτοί οι κυρτωμένοι είναι οι ήρωες του 40, που στάθηκαν όρθιοι στις σιδερόφραχτες στρατιές και δεν έσκυψαν το κεφάλι στον κατακτητή!

Ναι! Αυτοί  είναι  τα « παιδιά της Ελλάδος παιδιά !» που τραγούδησε η μεγάλη τραγουδίστρια της Νίκης!

Αυτοί που με δυσκολία σήμερα ανασαίνουν, είναι εκείνοι που φώναζαν «αέρα !» και αντηχούσαν τα βουνά!

Είναι αυτοί, που έπαιξαν για τη ζωή με το θάνατο κι έκαναν τον πόλεμο χαρά και το τραγούδι νίκη, γιατί προτίμησαν έναν ελεύθερο θάνατο, από μια υπόδουλη ζωή και θυσιάζοντας το παρόν στο βωμό του παρελθόντος ,κέρδισαν το μέλλον και πέρασαν στην αιωνιότητα!

Και τούτο γιατί έκαναν  την ομοψυχία  πράξη στη ζωή,  σαν μια γροθιά  ο ένας για τον άλλο κι όλοι μαζί,  ποτέ δεν είπανε « εγώ », μα πάντοτε «εμείς!»

Είναι από τις γενιές εκείνες, που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν  από τις προηγούμενες, μα πολλά να διδάξουν στις επόμενες!

Από τους αείμνηστους  ηγέτες, μέχρι και τον τελευταίο στρατιώτη και πολίτη, άντρες και γυναίκες, όλοι έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον τους και πέτυχαν σε μια στιγμή αυθορμητισμού να ομολογήσει ο εχθρός ότι ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με άφθαστο ηρωισμό και περιφρόνηση προς το θάνατο, και οι φίλοι, σε  μια στιγμή ενθουσιασμού να πουν οι ήρωες πολεμούν σαν ...Έλληνες!

Μέσα σ’ αυτό το ξέσπασμα της ψυχής, φαίνεται ξεκάθαρα ότι μπροστά στον κίνδυνο, παραβλέπουμε ό,τι τυχόν μας χωρίζει και βλέπουμε όλα αυτά που μας ενώνουν.

Την ομόνοια που δείξαμε κείνο τον αλησμόνητο  χειμώνα, την αγάπη  που  ένωσε πλούσιους και φτωχούς, την αδελφοσύνη που  έσμιξε λαό και στρατό, δεν τη χαρίζει σ’ ένα έθνος ο θεός, παρά μια φορά στα  χίλια  χρόνια!

Ως για τη διχόνοια που ακολούθησε, ήταν έργο όλων αυτών που θέλησαν να δουν ην πρωταθλήτρια της Νίκης να τους χτυπά την πόρτα και να ζητά ελεημοσύνη.

Και το πέτυχαν, γιατί αυτή είναι, δυστυχώς, η αχίλλειος πτέρνα μας…

Έχουμε μια ενέργεια θετική που κάνουμε θαύματα, μα όταν όμως γίνεται αρνητική, είμαστε αγνώριστοι… 

Αυτοί είμαστε! Δεν μας λείπει τίποτα! 

Όλα τα έχουμε! Και προτερήματα και ελαττώματα!

Η λόγχη που άστραψε γυμνή με τις πρώτες αχτίνες του ηλίου πάνω  στις χιονισμένες κορυφές της Πίνδου, ας είναι το βέλος που θα δείχνει στις επόμενες γενιές το δρόμο του χρέους και του μεγάλου καθήκοντος!

Η ομοψυχία του Σαράντα, ας είναι το παράδειγμα, φάρος κι οδηγός, που θα μας φωτίζει και θα μας οδηγεί στο δρόμο της αρετής και της θυσίας.

Γιατί, ένας λαός που κερδίζει εν καιρώ πολέμου, είναι κρίμα κι άδικο να χάνει εν καιρώ ειρήνης και είναι τραγικό να θυσιάζουμε στο βωμό του συμφέροντος τους πάντες και τα πάντα και στην προσπάθειά μας ν’ απολαύσουμε το σήμερα,  να ξεχνάμε το χτες και να  χάνουμε το αύριο!…

Στο χέρι μας είναι  να διαφυλάξουμε ό,τι μας απέμεινε και να  επανακτήσουμε ό,τι μας πήραν!

Ίσως να λέμε ότι δεν διεκδικούμε τίποτε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θέλουμε τα δικά μας και  δεν  αγωνιζόμαστε για τα δίκαιά μας.

Πάνω λοιπόν από τα τόξα που  απειλούν με τον ακήρυχτο πόλεμο της προπαγάνδας να ξεριζώσουν από μέσα μας το τρίπτυχο, να μας κάνουν να ξεχάσουμε τις ρίζες μας και να αποκόψουν τους βλαστούς απ’ τον κορμό μας, καιρός να τεντώσουμε το δικό μας τόξο, το τόξο του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού και να πούμε σ’ εχθρούς και φίλους, ότι θα κάνουμε αν χρειαστεί και πάλι,  αυτό που επιτάσσει η Ιστορία και θέλει ο Θεός!

Στη μεγάλη  αμφισβήτηση  και σύγχυση  του σήμερα, που από τον ψυχρό πόλεμο περάσαμε  στην ψυχρή ειρήνη και η Νέα Τάξη πραγμάτων μοιράζει το δίκαιο με δύο μέτρα και δύο σταθμά, που κάνουν ήρωα αυτόν που επιθυμούν και νικητή αυτόν που θέλουν,  που η διάβρωση της κοινωνίας  προχωράει αργά αλλά σταθερά, σήμερα που δεν πρέπει να πιστεύουμε, όχι μόνο στ’ αυτιά μας, αλλά ούτε και στα μάτια μας, πρέπει να αντισταθούμε και να  σταθούμε όρθιοι, αταλάντευτοι στις ιδέες μας και πιστοί στα ιδανικά μας! 

Μπορεί οι ισχυροί της γης να έχουν πάντοτε τον πρώτο λόγο, όχι όμως απαραίτητα και τον τελευταίο.

Κι αυτή η περίεργη συμπεριφορά, εν καιρώ πολέμου να μας θυμούνται και να μας αγαπούν κι εν καιρώ ειρήνης να μας ξεχνούν και να μας μισούν, πρέπει να μας προβληματίσει και να μας κάνει να στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις, που συχνά τις αγνοούμε και κάποιες φορές τις υποτιμούμε!

Στο όνομα δε της Παγκοσμιοποίησης, ας  κρατήσουμε αυτούσια την εθνική μας ταυτότητα με την Ευρώπη ενωμένοι, με τους λαούς  του κόσμου  μονοιασμένοι, αλλά όχι μειωμένοι και αφομοιωμένοι!

Η πατρίδα μας είναι χώρα ιστορική και διαχρονική  με ένδοξο παρελθόν, με σίγουρο παρόν και αισιόδοξο μέλλον!

Με σύνορα ανοιχτά  στην καλή γειτονία, στη φιλία και στη φιλοξενία, στην ειρήνη, στη συνεργασία και στην αλληλεγγύη, μα όμως ερμητικά κλειστά στην  υποτέλεια και την αδικία, στο σχεδιασμό  αλλοίωσης  της Ιστορίας μας και  της φυλής μας, στις παραβιάσεις και την εγκληματικότητα, που είναι και η σκληρή πραγματικότητα …  

Η αγκαλιά μας είναι για όλους ανοιχτή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να μας ανοίγουν και τα σπίτια μας!

Σήμερα ο εχθρός είναι ανάμεσά μας και πολλές φορές μέσα μας, αφού έχουμε αντιμέτωπο και τον ίδιο μας τον εαυτό!…

Γι’ αυτό  πρέπει να δώσουμε όλοι μαζί τη μάχη! Μια μάχη ειρηνική και πνευματική κόντρα στη λογική των αριθμών, τον παραλογισμό των εξοπλισμών, το  μηδενισμό  των ιδανικών, τον αφανισμό των αξιών και τον πόλεμο των συμφερόντων!

Είναι τρομερό και είναι κρίμα αυτοί που πήρανε τα φώτα, παραχρήμα, να μας  λοιδορούν και να μας μετράνε ειρωνικά όλοι τους με το χρήμα και το στρέμμα!

Καιρός  λοιπόν να τους κάνουμε ένα νεύμα και να τους πούμε  ηχηρά, ΟΧΙ!

Η  Ελλάδα μας μετριέται μόνο με το Πνεύμα!

Όλοι λοιπόν στις επάλξεις! Άγρυπνοι φρουροί των ιδανικών μας, σήμερα που ακόμη περισσότερο το απαιτεί  η εποχή μας!

Και με όπλο αυτό που δεν έχει σύνορα και σύγκριση, να είστε βέβαιοι ότι  θα συγκλονίσουμε  τον κόσμο κι όλοι θα αναφωνήσουνε  μαζί μας!


ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΘΝΟΣ!

 

 

ΤΙ  ΕΙΜΑΣΤΕ! 

Μεγάλα βουνά, μικρά ποτάμια

χείμαρροι, ξερές πλαγιές, γυμνές κορφές

κακοτράχαλη γη, ζεστά ακρογιάλια

και η ζωή φαίνεται στα μονοπάτια

εκεί που ο μόχθος παίρνει τον ανήφορο!

Με ροζιασμένα χέρια εργατικά

δουλέψαμε την πέτρα ’πο παλιά

και την κάναμε στ’ αλήθεια να μιλάει!

Βάρβαροι που πάτησαν τη γη μας

δεν υπάρχουν! Όλοι τους χαθήκαν!

Εμείς ζούμε με την αρμύρα της θάλασσας

με τον αέρα του βουνού

με τη διχόνοια μας και με τα θαύματά μας

πάνω στην πέτρα, με λίγο χώμα

με λίγο ψωμί, κρεμμύδι και ελιά!...

Ευτυχώς, που ο Θεός μας έδωσε τα βράχια

και τα κάναμε κάστρα απόρθητα!

Μας πολεμάνε , μας χτυπάνε

δεν μας αφήνουν σε χλωρό κλαρί

κι εμείς γράφουμε την Ιστορία

πάνω στην πέτρα, με αίμα και ιδρώτα.!

Τι είμαστε οι Έλληνες λοιπόν!

Β. Γ. Βλαχάκος


Οδός Εμπόρων