Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου 2024
Έβλεπες στα πρόσωπά τους την ίδια τη ζωή να σε χαιρετά
Περπατούσα σ’ ένα στενό κοντά στη Πάντειο,
όταν ξαφνικά πρόβαλε από την γωνία μια ομάδα από νεαρές κοπέλες. Όλες πανέμορφες,
σαν τα κρύα τα νερά (με την δική της πρόταση ομορφιάς η κάθε μία) χαλούσαν τον κόσμο με ένα κέφι
αγνό, σχεδόν κοριτσίστικο. Αίφνης, μια μελαχρινή με μεγάλα μάτια, προτρέπει
γελώντας: «Κορίτσια, το κραγιόν σας. Για να’ μαστε όμορφες…». Σταμάτησαν τα γέλια
και τα πειράγματα. Με μια κίνηση ίδια, έβγαλαν όλες από ένα κόκκινο κραγιόν και
άρχισαν να βάφονται. Σε λίγο ξανάρχισαν τα γέλια και τα πειράγματα, πιο έντονα, πιο δυνατά.
Έβλεπες στα πρόσωπά τους την ίδια τη ζωή να σε χαιρετά. ------- Τις ξανάδα όλες μαζί. Δεν έλειπε καμία. Είχαν τα χείλη κόκκινα από κραγιόν. Είχαν τα μάτια κόκκινα από λυγμούς και δάκρυα.
Μόνο εκείνη, η μελαχρινή, με τα μεγάλα μάτια, αυτή που έδωσε το σύνθημα για
ομορφιά στο στενό της Παντείου, φαινόταν διαφορετική. Φορούσε κι αυτή κραγιόν
αλλά δεν είχε τα μάτια κόκκινα από δάκρυα όπως οι άλλες. Ήταν ακίνητη και ήρεμη
με τα μάτια κλειστά, σαν να κοιμόταν ανέμελα. Στο πρόσωπό της, αλλοίμονο, δεν χαιρετούσε πια η ζωή. ------- Αναβρασμός στους κόλπους της Εκκλησίας. Η
μοναχή Ακακία που έβλεπε οράματα, ανέφερε ότι είδε έναν Άγγελο που φορούσε
κραγιόν. Τι βλασφημία, πως μπόρεσε να ξεστομίσει κάτι τέτοιο; Κι όμως, η μοναχή
Ακακία, σε κατ΄ ιδίαν συζητήσεις, επιμένει ότι τον είδε. Και συμπληρώνει ότι, λίγο πριν, είχε ακούσει μια φωνή να προτρέπει γελώντας: «Άγγελοι, το κραγιόν
σας. Για να’ μαστε όμορφοι…». Ν. Μ.