Παρασκευή, 9 Μαίου 2025
«...θα γίνει η Σπάρτη, δε μπορεί,/ η όμορφη,/ η μαγική,/ η αιώνια πατρίδα…»
(Πρόλογος: Στα κουτσομπολιά για την Ωραία Ελένη ξεχώρισαν 2
φωνές: ΕΛΕΝΗ: -Όχι, δεν είναι αλήθεια αυτό! ΠΟΤΕ δεν ξαναγύρισα στη Σπάρτη… Τι νάκανα πίσω, σ’ αυτό το μικρό, ασήμαντο, φτωχό χωριό; Μόνο και μόνο επειδή κούρνιαζε στην ποδιά του Ταΰγετου; -Μα,… είναι τούτο
αρκετό για να δοξάζει τους ανθρώπους του; Τι νάκανα, δε γύρισα, ... μόνο περπάτησα πάνω απ’ τα
σύννεφα… έτσι καθώς πλησίαζα
στα Μενελάϊα, με τρόμο
αναλογίζομουν τη μίζερη αυτή ζωή, τη
βουτηγμένη σ’ ένα μέλλον παρακμής, τίναξα τα φτερά μου
κι έφυγα… πετάχτηκα ως τ’ αστέρια… εκεί βρίσκομαι από τότε, μόνιμα εκεί κατοικώ… Ρίχνω ένα βλέμμα πότε - πότε κι εκεί- κάθε που νοσταλγώ
πατρίδα, κάθε που νοιώθω πόσο
χάνεται, βλέπω πως
αργοσβήνει… ανασυνθέτω τότε τα όνειρα φτιάχνω εξ αρχής τις
γειτονιές μου, τις ονομάζω «γειτονιές απ’ το μέλλον μου» κι ετοιμάζω κάποτε…
αυτή τη νέα επιστροφή μου… Μα,… [έρχεται, βλέπεις,
πρωί- πρωί η ΔΕΗ- αχάραγα μπήγει με δόλο και ψέματα τις κολόνες της,
καρφώνει στην καρδιά την όμορφη γη μου] [γράφουν κρυφά και
μεταμεσονύκτιες αναφορές «φίλοι» που καταγγέλλουν τον εθελοντισμό μου] [στέλνουν παραγγελιές άγνωστοι ανώτεροι στους αρχηγούς της φυλής, λένε: «πείτε της πια να σωπάσει- πολύ μίλησε-
πολλά ξέρει] και τότε εγώ
αντίς να πλησιάσω, πετάω πιο ψηλά,
φεύγω, απομακρύνομαι, φωνάζω τους δυο αδελφούς μου, όχι δε θα γυρίσω ξανά,
μακριά-μακριά να μη βλέπω καρφιά-κλαίω συχνά πάνω απ’ τα σύννεφα, να-ναα μου κατάστρεψαν κάθε φωλιά μου… Σκούζω και κρώζω συχνά στον κύκνο πατέρα μου, ξέρω πως με ακούει, «δε βλέπεις» λέω, «πάει στέρεψε ο ποταμός…» «ο των ερώτων ποταμός... Ευρώτα, τον λέγαν θυμάσαι;» «Λοιπόν, θέλω ξανά το ποτάμι, τη μήτρα μου, θέλω να
επιστρέψω…» Φωνάζω, κλαίω και
απόκαμα στον άξενο ουρανό, πού να φωλιάσεις αν
δεν υπάρχει ο Ταΰγετος, πώς να πεθάνεις
μακριά απ’ την πατρίδα, πρέπει να φτιάξω
δρόμο, γέφυρα, διάδρομο, θέλω, οπωσδήποτε, να
προσγειώσω τα όνειρά μου… Πόσα χρόνια περάσαν, πόσα θάρθουνε; Θαρρώ, εκεί κάτω με ξεχάσαν… Κάποτε με μισούσαν… κι αυτό, ναι, … ήταν καλλίτερο, τώρα με αγνοούν… Πιστεύουν εκείνο το δεύτερο Όμηρο, τον λένε «Όμηρο ειρήνης», μα… είναι ποτέ δυνατό; Να παρηγορώ και να παρηγοριέμαι εγώ με «νηπενθή»,
ν’ αποκοιμιέμαι μες τις
αναμνήσεις, να βολεύω ενοχές με γάμους χρυσοποίκιλτους, σε πλούσια μέσα
κουκλόσπιτα, να τρώω και να πίνω σε κούπες χρυσές, να εξανεμίζω μες σε τούτη τη φθορά την ολοκάθαρη, ακόμη, ψυχή μου; ... Κι όμως είμαι η Ελένη, εγώ… Για μένα γίνηκε ο μεγάλος πόλεμος, Για μένα οι πιο όμορφες Αγάπες… για μένα, το λοιπόν,
σωτήρια- μια φλόγα ομορφιάς θε να την αλλάξει γι άλλη μια φορά, θα γίνει η Σπάρτη, δε
μπορεί, η όμορφη, η μαγική, η αιώνια πατρίδα… (Σπάρτη, 17-21
Ιουνίου 2017 των ολονυχτιών, που
σήμερα γέννησαν την πιο μεγάλη του χρόνου
μέρα, τη μέρα της Μουσικής…) Αγγελική Αργειτάκου, Φιλόλογος