Vekrakos
Spartorama | «Τα Πρόσωπα των Ανθρώπων στην Βυζαντινή Ζωγραφική», από τον Γεώργιο Κόρδη

«Τα Πρόσωπα των Ανθρώπων στην Βυζαντινή Ζωγραφική», από τον Γεώργιο Κόρδη

Γεώργιος Κόρδης 21/02/2021 Εκτύπωση Άρθρα Κοινωνία Πολιτισμός Φιλοσοφία
«Τα Πρόσωπα των Ανθρώπων στην Βυζαντινή Ζωγραφική», από τον Γεώργιο Κόρδη
«Τα πρόσωπα φτάνουν σε μεγάλη ευμορφία όταν συμφιλιωθούν στοιχειωδώς με τον εαυτό τους καταρχάς και με τον κόσμο όλο στην συνέχεια»
Οδός Εμπόρων

Τα πρόσωπα των ανθρώπων είναι επιφάνειες και φανερώνουν, εκφαίνουν πολλά του έσω και του έξω ανθρώπου.

Τα πρόσωπα είναι σύνθεση άλλων στοιχειωδών σχημάτων και συστήνονται άπαξ αλλά και διαρκώς αναλόγως των κινήσεων του ανθρώπου μέσα στον κόσμο αλλά και ανάλογα με τις κινήσεις της ψυχής. Η σύνθεση των προσώπων αλλάζει ολοένα και τρέπεται μένοντας όμως η ίδια γι’ αυτό και αναγνωρίσιμη.

Αυτό που δίνει ευμορφία στα πρόσωπα δεν είναι οι συμμετρικές σχέσεις του ζευγών των χαρακτηριστικών ούτε τόσο το ωραίο σχήμα των επιμέρους στοιχείων όσο οι σχέσεις που παράγονται στην προσπάθεια εκάστου ανθρώπου να συνάψει σχέση ενότητας με τον έσω και το έξω κόσμο.

Τα πρόσωπα φτάνουν σε μεγάλη ευμορφία όταν συμφιλιωθούν στοιχειωδώς με τον εαυτό τους καταρχάς και με τον κόσμο όλο στην συνέχεια. Η συμφιλίωση αυτή, που προηγείται της ειρήνης και της αγάπης, ησυχάζει τα χαρακτηριστικά και επιτρέπει να υπάρξει μια φυσική ροή στις ενέργειες -κινήσεις της μορφής που συχνά ανιχνεύεται και οπτικοποιείται στις ρυτίδες του προσώπου.

Τότε, και όσο αυτό συμβαίνει, φανερώνεται κάτι σαν συνέχεια κάτι που ενοποιεί όλα τα στοιχεία του προσώπου και το κάνει εύμορφο. Αυτή η ενότητα καταργεί την ένταση, την σύγκρουση, την μανική έχθρητα και απλώνει στο πρόσωπο διάχυτα έναν ωραίο ρυθμό που κάνει το πρόσωπο να είναι ως χορευτική φιγούρα ευγενική και ζώσα εκφραστική μιας ανώτερης ζωής, δηλαδή μιας ύπαρξης που αγαπά και δέχεται την κτίση όλη χωρίς διακρίσεις.

Στην βυζαντινή ζωγραφική υπάρχει ανάλογη αντιμετώπιση των προσώπων.

Συχνά βεβαίως άνθρωποι μαθημένοι στον δυτικό νατουραλισμό μέμφονται τον εικαστικό αυτό τρόπο για κατωτερότητα αφού δεν εκφράζει, λέει, συναισθήματα και άλλα τέτοια συγκινησιακά. Αυτό συμβαίνει διότι οι άνθρωποι αυτοί δεν κατανοούν τον δομικό λόγο των προσώπων στην βυζαντινή ζωγραφική καθώς και τον λόγο της ευμορφίας τους.

Οι «Εκφράσεις» των βυζαντινών, με κορυφαία αυτήν του εκ Φουρνά Ευρυτανίας Διονυσίου, περιγράφουν ακριβώς τα πρόσωπα ως σύνολο υποστατικών χαρακτηριστικών, ως σύνθεση δηλαδή στοιχειωδών χαρακτήρων- σχημάτων που συστήνουν μια ιδιοπροσωπεία μοναδική.

Κι άμα διαβάσει κανείς σωστά την τέχνη της βυζαντινής ζωγραφικής θα ιδεί εμφανώς πως οι άνθρωποι αυτοί όταν ζωγράφιζαν δεν έμεναν στην απόπειρα πιστής μίμησης της φαινομενικής πραγματικότητας αλλά επιχειρούσαν κάτι πολύ πιό δύσκολο. Προσπαθούσαν, διότι μόνον για προσπάθεια μπορεί κανείς να μιλήσει στην τέχνη, να ανασυστήσουν την σύνθεση των χαρακτηριστικών του προσώπου, διατηρώντας την αναγνωρισιμότητα, εις τρόπον ώστε το πρόσωπο να γίνει επιφάνεια μιας ψυχής που έχει ησυχάσει, που έχει αγγίξει την ειρήνη και την χωρίς διακρίσεις αγάπη.

Μια τέτοια μορφή είναι εύμορφη όχι με την τρέχουσα έννοια αλλά με μια «πνευματική» έννοια, δηλαδή ως εκφραστική του ιδεώδους της ζωής ως κοινωνίας.

Το πώς πρακτικά σε επίπεδο τέχνης αυτό συμβαίνει και επιτυγχάνεται είναι ένα άλλο ζήτημα που ίσως μας απασχολήσει άλλη φορά.


Γεώργιος Κόρδης, kordis.gr





  



Οδός Εμπόρων