Vekrakos
Spartorama | «Η Πόλις Εάλω - Για την επέτειο της αλώσεως της Πόλης», από τον Γεώργιο Κόρδη

«Η Πόλις Εάλω - Για την επέτειο της αλώσεως της Πόλης», από τον Γεώργιο Κόρδη

Γεώργιος Κόρδης 30/05/2021 Εκτύπωση Άρθρα Κοινωνία Φιλοσοφία
«Η Πόλις Εάλω - Για την επέτειο της αλώσεως της Πόλης», από τον Γεώργιο Κόρδη
«Σήμερα μοιάζουμε να μην καταλαβαίνουμε το μάθημα της Πόλης που αλώθηκε. Μοιάζουμε να μην κατανοούμε το πολύτιμο που μας κληροδότησε ανακεφαλαιώνοντας τον αρχαίο των Ελλήνων πολιτισμό και της ορθοδοξίας το Πνεύμα το Άγιο»
Οδός Εμπόρων

Η Πόλις εάλω και η βυζαντινή αυτοκρατορία μαζί της, όχι γιατί δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει το ανθρωπολογικό μοντέλο του νικητή, τον άνθρωπο που απεγκλωβισμένος από το συναίσθημα της πίστης μπορεί να παράξει έλλογο πολιτισμό, δομές δηλαδή που θα διαχειριστούν τα ανθρώπινα πράγματα πραγματιστικά. Όποιος έχει δει από μέσα την Αγια? Σοφιά και κατάλαβε πως εκεί συνοψίζεται όλος ο αρχαίος πολιτισμός και η γνώση και πως με απόλυτα έλλογο τρόπο η πέτρα γίνεται δομή που υμνεί την αδιάσπαστη ενότητα κτιστού και άκτιστου, μπορεί να καταλάβει πως το Βυζάντιο δεν υπήρξε ποτέ θύμα ενός μονοφυσιτισμού που επιλέγει μονάχα μια διάσταση για να ζήσει. Το Βυζάντιο, όσο κι αν είχε Θεό, δεν ξέχασε ποτέ τη γη κι ούτε αφέθηκε ποτέ στην έκσταση από τα ανθρώπινα εγκαταλείποντας τη διαχείρισή τους στην παρόρμηση και στο συναίσθημα. Ο Θεός για τους βυζαντινούς είναι εδώ, είναι παρών στην Ευχαριστιακή Σύναξη και στο ναό που κατά τη δική τους ομολογία είναι χώρος του αχωρήτου, παράδεισος όπου ο Θεός περιπατεί.

Κι όταν ο Νικόλαος Μεσαρίτης έρχεται να εκθειάσει τον Παντοκράτορα στους Αγίους Αποστόλους της Πόλης δεν παραθέτει μεταφυσικές κατηγορίες για την υποτιθέμενη ικανότητα του ζωγράφου να συλλαμβάνει και να αποδίδει τη Θεότητα και τις υπερβατικές ιδιότητες της Θείας Φύσης. Ο Μεσαρίτης, όπως κι ο ι. Φώτιος νωρίτερα τον 9ο αι., εκθειάζει την ικανότητα του ζωγράφου να αποδίδει εικαστικά την κηδεμονία του Ένσαρκου Λογού για τον άνθρωπο, τη μέριμνά του για τον κόσμο και θα επαινέσει το γεγονός ότι ο ζωγράφος έκανε το Χριστό Παντοκράτορα, έτσι ώστε να μας βλέπει όλους μαζί και καθέναν χωριστά. Επαινεί δηλαδή το γεγονός ότι η εικόνα κατορθώνει να δείξει ότι ο Χριστός είναι εδώ και μας ενώνει χωρίς να καταργεί του καθενός το πρόσωπο και την ανάγκη του.

Κι όποιος μπει με σέβας πολύ και βαθύ στη Μονή της Χώρας του αχωρήτου στην Πόλη του 14 ου αι. λίγο πριν την πτώση –τότε που μυστικά στις καρδιές όλων η πτώση ήταν βεβαία αλλά ανομολόγητη θα καταλάβει πως η ανατολική ρωμαίικη αυτοκρατορία ενσαρκώνοντας και ανακεφαλαιώνοντας όλον τον ελληνικό πολιτισμό διαθέτει το ρεαλισμό που πρέπει να ’χει μια αυτοκρατορία για να μπορεί να διαχειριστεί τα ανθρώπινα έλλογα και με σεβασμό δίχως μανικές μονοφυσιτικές προ κρούστειες λύσεις για βιαστικά πραγματιστικά αποτελέσματα. Το μαρτυρούν οι ορθομαρμαρώσεις στο καθολικό, το γυμνωμένο πλέον καθολικό με τις ορφανεμένες τρεις εικόνες του σε τρία σημεία του ορίζοντα να δείχνουν πως πάντα κάτι θα λείπει από την ανθρωπότητα για να ’ναι ολόκληρη και πλήρης, να δείχνουν πως η έλλειψη είναι η μοίρα που μας ωθεί στη φιλάνθρωπη δυναμική ισορροπία και στο ρυθμό που ενώνει διεστώτα.

Οι ορθομαρμαρώσεις στο καθολικό της μονής της Χώρας είναι μάθημα πολιτισμού και δείχνουν, σχεδόν μαρτυρικά, τι χάθηκε με την πτώση της Πόλης που εάλω. Εδώ λείπει ο ανεξέλεγκτος αυτοσχεδιασμός και απουσιάζει η ιδιωτική οδός διευθέτησης των πραγμάτων που ακολουθεί συνήθως εσωτερικές παρορμήσεις και δρόμους που καταλούν τον κοινό λόγο. Τα μάρμαρα γίνονται μέσο για να μιλήσουν οι μαϊ?στορες στις αισθήσεις των ανθρώπων και να ξεσηκώσουν το σώμα, το νου και την καρδιά. Τα μάρμαρα από νεκρά και διακοσμητικά στοιχεία γίνονται χορδές και νότες, όρχηση μουσική που στήνει ρυθμικό βουητό και παρακινεί τους θεατές να ακολουθήσουν σε χορό κυκλωτικό που ενώνει σώματα κι όχι μόνον πνεύματα φαντάσματα. Οι τεχνίτες κόβουν τα μάρμαρα, βλέποντας τες δυνάμεις τους, τις κινήσεις ως πλάσματα που κατοικούν μέσα σ’ αυτά. Αγγίζουν τις ροπές και τις μετακινούν, τις ανασυνθέτουν και πλάθουν έργο τέχνης ζωντανό που δεν μιμείται της φύσης την πλασματική φαινομενική μορφή αλλά το λόγο της τον εσώτερο και μυστικό, τον φανερό σε όσους μπορούν να διαβάσουν τη σταθερή ροή, τη ρευστή σταθερότητα, την έλλογη τάξη των γήινων που δεν αντιβαίνει στη βουλή του αιώνιου πανάγαθου Θεού. Και τα μάρμαρα μαρτυρούν πως μπορεί η φύση να χωρέσει σε όλα, ακόμη και σε μια διακόσμηση, σε μια ψυχρή μαρμάρινη πολύχρωμη συγχορδία. Ο λόγος της φύσης μπορεί να αναστηθεί παντού και να γίνει πρόταση που καλεί σε έλλογη διαχείριση των ανθρωπίνων πραγμάτων των τραγικών, των αδιέξοδων και θλιβερών.

Οι ορθομαρμαρώσεις στη Μονή της Χώρας του αχώρητου μαρτυρούν πως οι Βυζαντινοί, οι Ρωμιοί του 14ου αι., γνήσιοι απόγονοι των Ελλήνων και ορθόδοξοι μαζί, άνθρωποι του καιρού τους με αδυναμίες και φθορές, δημιουργούν, γνωρίζουν να δημιουργούν, να βρίσκουν δηλαδή τον τρόπο να δομήσουν έλλογα ό,τι αγγίξουν για να χωρέσουν των ανθρώπων τες ψυχές. Και το άγγιγμά τους είναι λογικό και προτείνει λύσεις, δεν είναι διακοσμητικό, συναισθηματικά παρηγορητικό, πλάνο και ψευδαισθησιακό. Κι αυτό που προτείνουν τα μάρμαρα της τέχνης τα φαιδρά και μαρτυρούν είναι ο ρυθμός, μια κατάσταση όπου όλα μετακινούνται από το είναι και το έχεαν στο γίγνεσθαι. Μια κατάσταση όπου τα σώματα παύουν να είναι στατικά και να υπάρχουν οριοθετημένα στο στενό τους πλαίσιο, ασφαλή μέσα στο έχειν τους. Όλα εδώ χάνουν τα όρια τους και αλληλοπεριχωρούνται, όλα συνέρχονται και γι’ αυτό και είναι ζωντανά, όλα εγκαταλείπουν το χωρόχρονο? τους και γίνονται ολοένα, υπάρχουν ως διαρκές γίγνεσθαι και για τούτο και υπάρχουν σχετικά, υπάρχουν ως προς αυτό που υπάρχει γύρω και δίπλα και παντού.

Ώρες πολλές για τα μάρμαρα τα πολύτιμα και ωραία θα μπορούσαμε να μιλάμε, όμως ανώφελο θα ’ταν αφού μοιάζει στις μέρες μας να μην κατανοούμε τη ρυθμική αυτή τάξη που διασώζει τη ρευστότητα και τη σταθερότητα, που διασφαλίζει την ελευθερία και την τραγική συνέχεια της διαλεκτικής, που διασφαλίζει ότι τα ανθρώπινα ποτέ δεν θα τελειώσουν αλλά πάντα θα υπάρχουν σε αιώνια ζήτηση άλλων κι άλλων τρόπων, που θα ψάχνουν να διαχειριστούν τα ανθρώπινα στο τώρα καλύτερα και όμως ατελώς.

Σήμερα μοιάζουμε να μην καταλαβαίνουμε το μάθημα της Πόλης που αλώθηκε. Μοιάζουμε να μην κατανοούμε το πολύτιμο που μας κληροδότησε ανακεφαλαιώνοντας τον αρχαίο των Ελλήνων πολιτισμό και της ορθοδοξίας το Πνεύμα το Άγιο. Σήμερα ζητάμε αλαζονικά να τελειώσουμε την ιστορία του ανθρώπου με την ανακάλυψη λύσεων τελείων και τελειωτικών, σωστών και αληθινών. Ζητάμε να βρούμε τη λύση λησμονώντας πως αυτή ίσως είναι η μέγιστη ύβρις, αυτή ίσως να ’ναι η μεγάλη τής ιστορίας σύμφορα, η μεγάλη της πληγή, αυτή που δεν δέχεται την πολυτροπικότητα και θέλει μονάχα έναν τρόπο να ’ναι σωστός και δεν καταδέχεται άλλον κανένα.

Η Πόλις εάλω και αλώνεται καθημερινά όσο δεν καταλαβαίνουμε το μεγάλο της μάθημα, την φιλάνθρωπη διαχείριση των ανθρωπίνων, την κατάκτηση να βλέπουμε στη διαφορετικότητα πλούτο κι όχι το λάθος. Και κυρίως η Πόλις αλώνεται όταν δεν ζητάμε το ρυθμό, την μετάβαση δηλαδή από την πενία της βεβαιότητας και της σταθερότητας στον πλούτο της σταθερής ρευστότητας και στη δυναμική που οδηγεί στην έξοδο από τη στατικότητα, το άνοιγμα προς την ενότητα που διασώζει αλώβητη την συνθετότητα... όταν δεν ζητάμε το αγαπητικό όλον αλλά το μονοφυσιτικό ένα...

 

Γεώργιος Κόρδης, kordis.gr

 

Απόσπασμα κειμένου δημοσιευμένο αρχικά στο ΠεριΩδικό 2009-2011

 

Εικόνα άρθρου:  Ιωάννης Τζέτζης. Βυζαντινός Λόγιος. Αυγοτέμπερα σε ξύλο. 2010.


Οδός Εμπόρων