Vekrakos
Spartorama | «Το Ναί το Ήμερον, το Ταπεινόν, το Πράον» από τον Γεώργιο Κόρδη

«Το Ναί το Ήμερον, το Ταπεινόν, το Πράον» από τον Γεώργιο Κόρδη

Γεώργιος Κόρδης 01/01/2023 Εκτύπωση Άρθρα Κοινωνία Παιδεία Πολιτισμός Φιλοσοφία
«Το Ναί το Ήμερον, το Ταπεινόν, το Πράον» από τον Γεώργιο Κόρδη
«...χαιρετίζουσα το αχανές, ικετεύουσα το άπειρον, παιδική, άκακος, ελισσομένη, φωνή παρθένου μοιρολογούσης, μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου, λαχταρούντος την επάνοδον του έαρος.»

Ημέρες χαράς κι ελπίδας που είναι εθυμήθηκα τον ξεπεσμένο δερβίση πλασμένο από τη φαντασία και της καρδιάς τις αγάπες του Κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Κι έπιασα εψές, πριν φύγει ο παλιός χρόνος, στην ανατολή του νέου έτους κι εζωγράφισα ξανά τον Δερβίση εκείνης της «πεπρωμένης νύχτας» όπου κατέφυγε εις την σκοτεινήν σήραγγα και έπαιξε το νάϊ του με τρόπο που μονάχα οι καρδιές των πονεμένων, των ξένων και των απόκληρων του κόσμου ετούτου μπορούν να φτάσουν.

Και διάβασα ξανά ως «ευαγγελική περικοπή» το διήγημα και εστάθηκα στην περιγραφή του παιξίματος και του μουσικού ηχοχρώματος του ταπεινού οργάνου από τον μεγάλο Σκιαθίτη και εδάκρυσα ξανά για πολλοστή φορά για πολλά. Και μάλλον για τους μόνους, τους απόκληρους, τους ξένους του κόσμου μας, για την ευσπλαχνία και την αγάπη του λογοτέχνη αγίου των γραμμάτων μας, για την ωραιότητα καθεαυτή της γραφής του, και πάνω από όλα για το Ναι όπου είπε ο Χριστός κι έφερε καταλλαγή και συμφιλίωση και ειρήνη σε όσες ψυχές το ποθούν. Και δάκρυσα για τη χαρά και την ελπίδα όπου στεφανώνει και δοξάζει το νου και ημερεύει τα σπλάχνα των ανθρώπων που αγαπούν τη ζωή και το φως.

Καλή Χρονιά αγαπημένοι μου.


Απόσπασμα από το διήγημα του Α. Παπαδιαμάντη, «Ο ξεπεσμένος δερβίσης», στα Απάντα ΙΙΙ, επιμ. Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Αθήνα, Δόμος, 1989.

«Παρήλθεν ώρα. Ο κλήτωρ, όστις επεριπάτει εκεί τριγύρω, εσκέπτετο τι να είχε γίνει ο Δερβίσης, τον οποίον είχεν ιδεί να καταβαίνη εις την σήραγγα.

Που να είναι;

Εις την ερώτησιν αυτήν την άφωνον απήντησε φωνή, ήχος, μέλος γλυκύ.

Ο ξένος μουσουλμάνος είχε παγώσει εκεί όπου εκαθήτο κ’ ενύσταζε. Διά να ζεσταθή, έβγαλε το νάϊ του και ήρχισε να παίζη τον τυχόντα ήχον, όστις του ήλθε κατ’ επιφοράν εις την μνήμην.

Νάϊ, νάϊ γλυκύ.

Νάζι - κατά εν ζήτα ελαττούται.

Αύρα, ουρανός, άσμα γλυκερόν, μελιχρόν, αβρόν, μεθυστικόν.

Νάϊ, νάϊ.

Κατά δύο κοκκίδας, διαφέρει διά να είναι το Ναί, οπού είπεν ο Χριστός.

Το Ναί το ήμερον, το ταπεινόν, το πράον, το Ναί το φιλάνθρωπον.

Κάτω εις το βάθος, εις τον λάκκον, εις το βάραθρον, ως κελάρυσμα ρύακος εις το ρεύμα, φωνή εκ βαθέως αναβαίνουσα, ως μύρον, ως άχνη, ως ατμός, θρήνος, πάθος, μελωδία, ανερχομένη επί πτίλων αύρας νυκτερινής, αιρομένη μετάρσιος, πραεία, μειλιχία, άδολος, ψίθυρος, λιγεία, αναρριχωμένη εις τας ριπάς, χορδίζουσα τους αέρας, χαιρετίζουσα το αχανές, ικετεύουσα το άπειρον, παιδική, άκακος, ελισσομένη, φωνή παρθένου μοιρολογούσης, μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου, λαχταρούντος την επάνοδον του έαρος.»


Γεώργιος Κόρδης, kordis.gr


Οδός Εμπόρων