Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου 2024
Ήταν ανθρώπινοι. Με τα πάθια τους, τις λύπες τους, τις πτώσεις τους, τις ελπίδες τους, τα κοσμικά τους όνειρα και τις επιθυμίες όλων των λογιών.
Εργαζόμενος συχνά μέσα στις συνθήκες της
οικοδομής σκονισμένος, ιδρωμένος και λερός σκέφτομαι πως κάπως έτσι θα ήταν και
με τους παλιούς μαστόρους για τους οποίους ο νους και η φαντασία μας έχει άλλη,
κάπως πλασματική εικόνα. Βλέποντας το
εξαίσιο έργο τους, το συχνά αριστουργηματικό, σχηματίζουμε την εντύπωση πως
κάποιοι άψογοι, αμόλυντοι και αιθέριοι άνθρωποι που ευωδίαζαν τα έκαναν όλα
ετούτα. Νομίζουμε, παρασυρμένοι από την ωραιότητα των
έργων τους πως δεν ήσαν καν άνθρωποι εκείνοι που έκαναν τα
εξαίσια που θαμπώνουν τα μάθια μας κι
εκστασιάζουν το νου μας. Σα να τα έκαναν άγγελοι ουράνιοι κι όχι άνθρωποι
μικτοί και κεκραμμένοι σαν εμάς. Κι όμως θαρρώ πως κάπως έτσι θα ήταν κι
εκείνοι όπως όλοι οι άνθρωποι. Ήταν ανθρώπινοι. Με τα πάθια τους, τις λύπες τους, τις πτώσεις τους, τις ελπίδες τους, τα
κοσμικά τους όνειρα και τις επιθυμίες όλων των λογιών. Έτσι κι
εκείνοι θαρρώ σαν και τους συγχρόνους δημιουργούς, λεροί και σκονισμένοι,
λασπωμένοι και με ανακατεμένα σπλάχνα ζωγραφίζανε τον Χριστό, τους αγίους, τις
ιερές ιστορίες των Διαθηκών. Κι εκεί ψηλά στις σκαλωσιές μετριότανε πάντα
οι μαστόροι όχι με τον κανόνα της
καθαριότητας και της καθαρότητας αλλά με τη μεζούρα της απλότητας και της
ταπεινότητας, με την συναίσθηση πως όλα χάρισμα είναι, δωρεά κι όχι κτήμα ισόβια κατακτημένο. Γεώργιος Κόρδης, kordis.gr